Πέμπτη 27 Αυγούστου 2015

Απόφαση Λαϊκής Συνέλευσης Δυτικών Συνοικιών 25 Αυγούστου 2015

    Πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 25/8 η δεύτερη Λαϊκή Συνέλευση Δυτικών Συνοικιών “ΟΧΙ ΜΕΧΡΙ ΤΕΛΟΥΣ” . Στη συζήτηση κυριάρχησε το θέμα της παραβίασης της λαϊκής βούλησης, όπως εκφράστηκε με το βροντερό ΟΧΙ στο δημοψήφισμα, της ψήφισης του 3ου (πιο βάρβαρου κι από τα προηγούμενα) μνημονίου και της ανάγκης λαϊκής συσπείρωσης και ανάπτυξης αγώνων για την ανατροπή του.
Στην κατεύθυνση αυτή επιβεβαιώσαμε τη θέλησή μας για συνέχιση της δράσης της Λαϊκής Συνέλευσης όποιες κι αν είναι οι εξελίξεις στην κεντρική πολιτική σκηνή και πήραμε αποφάσεις για:
α) την καλύτερη οργάνωση της παρέμβασής μας με τον ορισμό συντονιστικού μέχρι την επόμενη συνέλευση και βελτίωση της λειτουργίας του blog
β) την παρέμβασή μας σε όλες τις γειτονιές της Δυτικής Θεσ/νίκης με την έκδοση κειμένου για το θέμα των πλειστηριασμών-κατασχέσεων και κεντρικής αφίσας της Λαϊκής Συνέλευσης
γ) την εκ νέου προσπάθεια επαφής, συμμετοχής στη Λαϊκή Συνέλευση και κοινής δράσης με τα σωματεία εργαζομένων και άλλες κοινωνικές συλλογικότητες της Δυτικής Θεσ/νίκης
δ) τη συμμετοχή στη διαδήλωση με αφορμή τα εγκαίνια της Δ.Ε.Θ., ως πρώτη λαϊκή αντίδραση στην ψήφιση του νέου μνημονίου και κάλεσμα των κατοίκων της περιοχής (με σχετικό κείμενο και αφίσα) για μαζική συμμετοχή στην ανεξάρτητη ταξική συγκέντρωση που καλούν πρωτοβάθμια σωματεία και κοινωνικές συλλογικότητες το Σάββατο 5 Σεπτέμβρη, 6μ.μ., στην Καμάρα


Νέα Λαϊκή Συνέλευση Δυτικών Συνοικιών “ΟΧΙ ΜΕΧΡΙ ΤΕΛΟΥΣ”, την Πέμπτη 10/9, 7μ.μ., στο Δημαρχείο Αμπελοκήπων.


Τρίτη 25 Αυγούστου 2015

Δουλειά για ένα κομμάτι ψωμί

Ο πίνακας που ακολουθεί συντάχθηκε και δημοσιεύθηκε από το Ι.Κ.Α., με βάση τα απογραφικά στοιχεία που συγκεντρώνει το ΙΚΑ μέσα από τις περιοδικές δηλώσεις που υποβάλλουν οι εργοδότες. Υπό την έννοια αυτή και παρά το ότι δεν αποτυπώνεται η «μαύρη εργασία», τα στοιχεία που παρουσιάζονται έχουν μεγάλο βαθμό αξιοπιστίας. 


πινακας

Η εικόνα είναι τραγική και αποτυπώνει με σαφήνεια την καθίζηση των μισθών. Τουλάχιστον οι τέσσερις στους 10, εργάζονται πλέον με μισθούς χαμηλότερους των 750 ευρώ μεικτά.

Συγκεκριμένα:
1. Μέσα σε μόλις έναν χρόνο, δηλαδή από το τέλος του 2013 ως το τέλος του 2014, το ποσοστό των ασφαλισμένων που εμφανίζονταν να αμείβονται με λιγότερα από 1000 ευρώ μεικτά ως προς το σύνολο των ασφαλισμένων, αναρριχήθηκε από το 53,8% στο 57,1%. Ακόμη και σε απόλυτους αριθμούς παρατηρήθηκε αύξηση. Σε σύνολο 1,68 εκατομμυρίων ασφαλισμένων τον Δεκέμβριο του 2014, οι 954.546 συμβιβάστηκαν με τριψήφιο μηνιαίο μισθό. Σε αντίστοιχο αριθμό ασφαλισμένων για το 2013 (σ.σ συνολικά εμφανίστηκαν 1.604.826 άτομα στις λίστες του ΙΚΑ) οι αμειβόμενοι με λιγότερα από 1000 ευρώ μεικτά, ήταν 861.907.

2. Η έκρηξη της εκ περιτροπής εργασίας και της μερικής απασχόλησης, έχει αυξήσει στο 24% το μερίδιο των εργαζόμενων που εισπράττουν λιγότερα από 500 ευρώ τον μήνα μεικτά. Το ποσοστό, αντιστοιχεί σε περίπου 400.000 ανθρώπους για το 2014, έναντι 372 χιλιάδων το 2013 και μόλις 181.243 το 2010. Σε σχέση με την προ μνημονίων εποχή, ο αριθμός των εργαζομένων που εμφανίζονται να δουλεύουν μεν αλλά με μισθούς κάτω από τα όρια της φτώχειας, έχει αυξηθεί κατά 121%. Σημειωτέον ότι ακόμη και σε αυτά τα επίπεδα μισθών, επιβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές με συντελεστή 15,5%.

3. Η 6ετής ύφεση ουσιαστικά εξαφανίζει τη λεγόμενη «μεσαία μισθολογική τάξη». Μισθούς της τάξεως των 1000-1500 ευρώ μηνιαίως έπαιρναν το 2010 περίπου 550.000 εργαζόμενοι ή ο ένας στους τρεις που εμφανίζονταν στη στατιστική του ΙΚΑ. Το 2014, ο αριθμός είχε περιοριστεί στα 370.481 άτομα. Πλέον οι εργαζόμενοι των 1000-1500 ευρώ μεικτά, αντιπροσωπεύουν μόλις το 22% του συνόλου.

Κι όλα αυτά με 4 χρόνια μνημόνια και πριν την ψήφιση του 3ου μνημονίου. Μπορεί βέβαια ο καθένας εύκολα να βγάλει τα συμπεράσματά του για το πού θα οδηγηθούν οι μισθοί και το λαϊκό εισόδημα με την εφαρμογή του 3ου μνημονίου και των ειδικών ρυθμίσεων που προβλέπονται για τα εργασιακά...
Θα το επιτρέψουμε;

Πηγή: http://www.fpress.gr/

Δευτέρα 17 Αυγούστου 2015

Λαϊκή Συνέλευση Δυτικών Συνοικιών την Τρίτη 25/8, 7.30μ.μ., στο 1ο Δημ. Σχολείο Αμπελοκήπων


Παραβιάζοντας κατάφωρα τη λαϊκή βούληση η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, σε αγαστή συνεργασία με τα παλιά μνημονιακά κόμματα ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΠΟΤΑΜΙ, "συζήτησε" μες στη νύχτα, ψήφισε και τελικά υπέγραψε με την Ε.Ε. και τους δανειστές νέο μνημόνιο. Το τρίτο αυτό μνημόνιο είναι πιο βάρβαρο απ' όλα, αφού στοχεύει στην οριστική κατεδάφιση των όποιων εναπομείναντων δικαιωμάτων στην εργασία, την ασφάλιση, την παιδεία, την υγεία, τα δημόσια αγαθά αλλά και τη δημοκρατία και τη λαϊκή κυριαρχία. Με την εφαρμογή του νέου μνημονίου και των νόμων που το συνοδεύουν διαμορφώνεται ένα τοπίο με τους εργαζόμενους να δουλεύουν (περιστασιακά ή μόνιμα, πάντως για ένα κομμάτι ψωμί...) μέχρι θανάτου, τους νέους (αν δεν έχουν πάρει το δρόμο της μετανάστευσης,,,) "ωφελούμενους" σε προγράμματα σύγχρονης σκλαβιάς, τους αγρότες ξεκληρισμένους από γη και εργασία, τη δημόσια γη και τα αγαθά ξεπουλημένα, το λαό χωρίς κανένα δικαίωμα ν' αποφασίζει για τη ζωή του.

Ο λαός με το συντριπτικό "ΟΧΙ" στο δημοψήφισμα αμφισβήτησε το μονόδρομο της Ε.Ε. και του ευρώ, του χρέους και των μνημονίων, έδειξε ότι δεν θα συνεχίσει να αποδέχεται σκυφτός κι υποταγμένος τις αντιλαϊκές πολιτικές, όποια κυβέρνηση κι αν τις προωθεί. Αυτό το "ΟΧΙ" πρέπει να το πάμε μέχρι το τέλος!


Σ' αυτή την κατεύθυνση καλείται και η 

Λαϊκή Συνέλευση Δυτικών Συνοικιών, 
την Τρίτη 25 Αυγούστου, στις 7.30μ.μ., 
στην αυλή του 1ου Δημοτικού Σχολείου Αμπελοκήπων
με θέματα, όπως αποφασίστηκαν από την προηγούμενη Λαϊκή Συνέλευση, στις 23/7 (βλ. http://laikisynelefsidsynth.blogspot.gr/2015/07/blog-post_25.html ):


*να ενημερωθούμε και να οργανώσουμε την ενημέρωση και αγωνιστική συστράτευση των κατοίκων της Δυτικής Θεσ/νίκης για τα συγκεκριμένα μέτρα που προβλέπονται από το νέο μνημόνιο και τους συνοδευτικούς νόμους: περικοπές μισθών και συντάξεων, ασφαλιστικό, πλειστηριασμοί, (από)ρυθμίσεις σε υγεία και παιδεία, ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας-στρατόπεδα κ.ά.



*να έρθουμε σε επαφή με τα σωματεία εργαζομένων (Σύλλογοι Εκπαιδευτικών Π.Ε., ΕΛΜΕ, Σωματεία Εργαζομένων Ο.Τ.Α. κ.ά.) και άλλες κοινωνικές συλλογικότητες της περιοχής και να οργανώσουμε την κοινή μας δράση για να μην περάσουν τα αντιλαϊκά μέτρα του νέου μνημονίου



*να συζητήσουμε και να συμβάλουμε στη μαζική συμμετοχή των κατοίκων των εργατικών συνοικιών της πόλης στη διαδήλωση της Δ.Ε.Θ.




Βλ. και την ανακοίνωση της Λαϊκής Συνέλευσης στο:

http://laikisynelefsidsynth.blogspot.gr/2015/07/blog-post_28.html



Παρασκευή 14 Αυγούστου 2015

Μύθος η διατροφική εξάρτηση της Ελλάδας από άλλες χώρες

                                                                                              του Νίκου Παπαδόπουλου*
Ίσως τα πιο δημοφιλή σλόγκαν τον καιρό της κρίσης να είναι τα εξής: «Η Ελλάδα δεν παράγει τίποτα» ή «Αν πάψουν οι εισαγωγές, τελειώσαμε, θα πεινάσουμε». Οι παραπάνω φράσεις, εκτός από ενδείξεις εθνικής μειονεξίας, μαρτυρούν και ένα τεράστιο έλλειμμα πληροφόρησης ή, καλύτερα, μια συστηματική παραπληροφόρηση του κοινού σχετικά με τις πραγματικές δυνατότητες της χώρας.
pinakas1
Ο μύθος της έλλειψης τροφίμων στην Ελλάδα 
Όπως προκύπτει από την έρευνα του Ευρωβαρόμετρου, το 79% των Ελλήνων (και το 47% των Κυπρίων) θεωρεί πως δεν υπάρχουν επαρκή επίπεδα παραγωγής τροφίμων για τον ευρωπαϊκό πληθυσμό σε επίπεδο ΕΕ, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων (ποσοστό 94% – το μεγαλύτερο σε όλη την Ευρώπη) πιστεύει ότι η εθνική παραγωγή τροφίμων δεν είναι επαρκής για να καλύψει τις ανάγκες του πληθυσμού.
 Οι παραπάνω φόβοι των Ελλήνων είναι εντελώς αδικαιολόγητοι.
 Σύμφωνα με έρευνα της ΠΑΣΕΓΕΣ, η οποία πρόσφατα είδε το φως της δημοσιότητας, η Ελλάδα, ακόμα κι αν κοπούν τελείως οι εισαγωγές τροφίμων (όπως έγινε στην Αργεντινή), δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να πεινάσει. Έτσι, λοιπόν, όπως αναφέρει ο πρόεδρος της ΠΑΣΕΓΕΣ, κ. Τζανέτος Καραμίχας, το ποσοστό αυτάρκειας της χώρας σε μια σειρά βασικών αγροτικών-διατροφικών προϊόντων φυτικής και ζωικής παραγωγής για το 2010, ανήλθε κατά μέσο όρο στο 94% περίπου!Ειδικότερα, από την παραπάνω έρευνα προκύπτει ότι το ποσοστό αυτάρκειας στη φυτική παραγωγή ανέρχεται κατά μέσο όρο περίπου στο 99%, αλλά διαφοροποιείται μεταξύ επιμέρους κατηγοριών προϊόντων, όπως τα δημητριακά, όπου η αυτάρκεια ανέρχεται στο 82% περίπου, με το μικρότερο ποσοστό να καταγράφεται στο μαλακό σιτάρι (32%) και το υψηλότερο στο ρύζι (171 %).
Στο ελαιόλαδο και τις ελιές, τα οποία είναι βασικά είδη διατροφής, η αυτάρκεια εμφανίζει υψηλό ποσοστό, μια και η χώρα παραμένει έντονα εξαγωγική στα δυο αυτά προϊόντα.
Η αυτάρκεια βρώσιμης ελιάς αυξήθηκε κατά το τελευταίο έτος κατά 61,8%, με αποτέλεσμα να καλύπτουμε το 996%(!) της ζήτησης, με το 88,3% όμως να εξάγεται. Στο λάδι η παραγωγή φτάνει επίσημα το 151% της κατανάλωσης. Στο ποσοστό αυτό, όμως, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και μια τεράστια ποσότητα ατυποποίητου λαδιού που εξάγεται παρανόμως κυρίως σε γειτονικές χώρες, καθώς και ένα μικρό ποσοστό της τάξεως του 4,33% ελαιολάδου που εισάγεται ετησίως, χωρίς κανείς να ξέρει την αιτία.
Συνυπολογίζοντας αυτά τα ποσοστά, θα μπορούσαμε να τροφοδοτούμε με λάδι σχεδόν όλη την Ευρώπη! Φέτος, μάλιστα, παρατηρήθηκε υπερπαραγωγή ελιάς σε Πήλιο και Χαλκιδική, με αποτέλεσμα οι παραγωγοί να μην έχουν τι να κάνουν το προϊόν τους και να το αποθηκεύουν προκειμένου να πιάσουν καλύτερες τιμές μετά από κάποιους μήνες.
Το ψωμί, ψωμάκι;
Στο μαλακό σιτάρι, από το οποίο γίνεται το ψωμί, εισάγουμε ετησίως πάνω από 1.000.000 τόνους αξίας εκατομμυρίων ευρώ, κυρίως από χώρες όπως η Ρωσία, η Γαλλία και η Ουκρανία. Οι εισαγωγές αυτές είναι τελείως άσκοπες και καταστροφικές για την ελληνική Οικονομία – πρόκειται για σιτηρά αμφίβολης ποιότητας, αφού κάποιες ανατολικές χώρες υποχρεούνται βάσει κοινοτικής νομοθεσίας να κάνουν ακόμα και ελέγχους για ίχνη ραδιενέργειας! Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1957(!) η Ελλάδα πέτυχε την αυτάρκεια σε μαλακό σιτάρι, με την ποικιλία Γ 38290 που δημιούργησε το Ελληνικό Ινστιτούτο Σιτηρών. Μάλιστα, προς τα τέλη του 1970 υπήρχε πλεόνασμα που διατηρήθηκε μέχρι το 1984!
Έκτοτε αρχίζει ραγδαία μείωση της καλλιέργειας του μαλακού σιταριού, η οποία συνοδεύεται από αντίστοιχη αύξηση της καλλιέργειας του σκληρού. Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα είναι από τότε ελλειμματική σε μαλακό σιτάρι και πλεονασματική σε σκληρό, από το οποίο γίνονται τα ζυμαρικά. Αυτό οφείλεται στην Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ε.Ε., η οποία έδωσε ισχυρά κίνητρα στους παραγωγούς σκληρού σιταριού (35 ευρώ το στρέμμα). Δηλαδή μας αύξησαν την παραγωγή μακαρονιών και μάς μείωσαν την παραγωγή ψωμιού, που από την Αρχαιότητα είναι βασικό είδος διατροφής.

Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, τα 2.498.070 στρέμματα (με παραγωγή 649.800 τόνων) που καλλιεργούνταν με σκληρό σιτάρι στην Ελλάδα το 1981, αυξήθηκαν το 2001 σε 7.083.100 στρέμματα (με παραγωγή 1.457.260 τόνων) ενώ, αντίστροφα, τα 7.517.747 στρέμματα (με παραγωγή 2.106.270 τόνων) που καλλιεργούνταν με μαλακό σιτάρι στην Ελλάδα το 1981, μειώθηκαν το 2001 σε 1.682.273 στρέμματα (με παραγωγή 442.060 τόνων). Η τεράστια μείωση της παραγωγής του ελληνικού μαλακού σιταριού και του κριθαριού αύξησε σημαντικά την εισαγωγή τους και οδήγησε σε μεγάλο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου στο κλάδο των δημητριακών που έφθασε το 2008 τα 365 εκατ. ευρώ, ενώ και το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου στον κλάδο των ζωοτροφών έφθασε την ίδια χρονιά στα 354 εκατ.
Αυτή η ραγδαία ανατροπή συνοδεύτηκε από μετακίνηση του μαλακού σιταριού στα πιο άγονα και του σκληρού στα πιο γόνιμα εδάφη, με αποτέλεσμα τη μείωση της απόδοσης του πρώτου και την υποβάθμιση της ποιότητας του δεύτερου. Συνολικά, η έκταση του σιταριού την τελευταία εικοσαετία έχει μειωθεί κατά 1.650.000 στρέμματα. Μεγάλο τμήμα αυτής της έκτασης βρίσκεται σε υποχρεωτική αγρανάπαυση ή έχει φυτευτεί με ορισμένα είδη δένδρων, όπως ακακίες και καρυδιές, συνεπεία των «πεφωτισμένων» προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρόλα αυτά, η Ελλάδα κατέχει την τέταρτη θέση στην Ευρώπη στην παραγωγή σιτηρών με 9 εκατ. στρέμματα, από τα οποία περίπου τα 6 εκατ. είναι με σκληρό και μαλακό σιτάρι! Μπορεί, λοιπόν, στο μαλακό σιτάρι να είμαστε ελλειμματικοί με μόνο το 1/3 της ζήτησης να παράγεται στην Ελλάδα, αλλά είμαστε πλεονασματικοί όσον αφορά την παραγωγή του σκληρού σιταριού. Η Ελλάδα παράγει πάνω από 1,1 εκατ. τόνους σκληρό σιτάρι και, σύμφωνα με τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Τσαυτάρη, φέτος είμαστε αυτάρκεις κατά 143%. Η κατανάλωση ανέρχεται περίπου στους 700.000 τόνους. Το υπόλοιπο περίπου 400.000 τόνοι (340.000 τόνοι για το 2011), εξάγεται σε διάφορες χώρες, κυρίως στην Ιταλία. Πολλοί δεν γνωρίζουν ότι διάσημα ζυμαρικά που παράγονται στην Ιταλία γίνονται από ελληνικό σιτάρι.
Αν από τα 4 περίπου εκατ. στρέμματα που καλλιεργούνται με σκληρό σιτάρι (στοιχεία 2011) αφιερώσουμε το 1/3 (δηλαδή εκτάσεις περίπου 1,35 εκατ. στρεμμάτων) για την παραγωγή μαλακού σιταριού, τότε θα έχουμε σχεδόν 2,8 εκατ. καλλιέργειας μαλακού σιταριού, οπότε η παραγωγή του θα διπλασιαστεί. Έτσι, από 450.000 τόνοι που ήταν το 2011, θα φτάσει τους 900.000 και πλέον τόνους. Με λίγα λόγια, θα έχουμε μείωση των εισαγωγών σε μαλακό σιτάρι κατά 50% (περίπου 500.000 τόνοι), με αύξηση της αυτάρκειάς μας σε μαλακό σιτάρι σε πάνω από 62%! Το μαλακό σιτάρι έχει μεγαλύτερη στρεμματική απόδοση (ακόμα και 700 κιλά/ στρέμμα σε αρδευόμενες καλλιέργειες) από το σκληρό (μέχρι 400 κιλά/στρέμμα). Επίσης δεδομένου ότι λόγω επιλεκτικών επιδοτήσεων τα σκληρά σιτάρια καλλιεργούνται στα πιο εύφορα εδάφη, είναι πολύ πιθανό με την καλλιέργεια των μαλακών σιταριών σε αυτά να έχουμε υψηλότερες στρεμματικές αποδόσεις, οπότε το ποσοστό αυτάρκειας σε μαλακό σιτάρι να φτάσει ακόμα και το 80%. Οι εξαγωγές, βέβαια, του σκληρού σιταριού θα μειωθούν (πιθανόν να μηδενιστούν κατά το πρώτο έτος), αλλά με δεδομένο ότι θα παύσουν οι εισαγωγές σκληρού σιταριού (περίπου 53.000 τόνοι) καθώς και οι εξαγωγές μαλακού σιταριού (95.000 τόνοι) που γίνονται ασκόπως, θα εξισορροπήσει το εξωτερικό εμπορικό ισοζύγιο μέσα σε λίγα χρόνια.
Θα μπορέσουμε, λοιπόν, να εξάγουμε ξανά. Αυτό θα ευνοήσει και τους παραγωγούς, αφού θα απολαμβάνουν υψηλότερες τιμές για το προϊόν τους και όχι τις εξευτελιστικές τιμές που δίνουν συχνά οι ξένοι εισαγωγείς. Στην προσπάθειά μας αυτή, καλό είναι να μιμηθούμε τους Βούλγαρους που, αφού πρώτα εξασφάλισαν σιτάρκεια, κάνουν τώρα εξαγωγές μέχρι και 50% της παραγωγής τους.
Αν, ταυτόχρονα με αυτή την προσπάθεια, αρχίσουν και προγράμματα καλλιέργειας και άλλων ξεχα­σμένων σιτηρών, όπως η σίκαλη, το κριθάρι και η ζέα, τα οποία παράγουν υπέροχα και απείρως πιο θρεπτικά ψωμιά, είναι κάτι πα­ραπάνω από βέβαιο ότι οι “Ελληνες όχι απλά δεν θα πεινάσουν, αλλά θα τρώνε και τις πιο υγιεινές τροφές που υπάρχουν.
Η χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας
Στα εσπεριδοειδή, τη μεγαλύτερη αυτάρκεια κατέχουν τα πορτοκάλια με ποσοστό 167%, ενώ στα λεμόνια η αυτάρκεια περιορίζεται στο 63%. Αλλά και στα υπόλοιπα φρούτα η αυτάρκεια παραμένει υψηλή (128%). Αντί, λοιπόν, να τρώμε μπανάνες, ανανάδες και παπάγια(;), είναι προτιμότερο να στραφούμε στα ελληνικά φρούτα, τα οποία είναι απεί­ρως πιο θρεπτικά και, ευτυχώς, δεν πρόκει­ται να μας λείψουν ποτέ. Είναι ενδεικτικό ότι στο ροδάκινο η Ελλάδα κατέχει πάνω από 60% των εξαγωγών παγκοσμίως! Επιπλέον, υπάρχουν και φρούτα ανεκμετάλλευτα, τα οποία δεν είναι ευρέως γνωστά, όπως το κορόμηλο, το άγριο βατόμουρο, το άγριο αχλάδι (αγκορτσιά), το τσάπουρνο, το μούρο κ.α., που σαπίζουν κάθε χρόνο στα χωριά μας.
Έλλειψη παρατηρείται στη ζάχαρη, με την εγχώρια παρα­γωγή να καλύπτει μόνο το 14,3% των αναγκών, που υπολο­γίζονται στους 320.000 τόνους. Ενώ ως το 2005 η ελληνική ζάχαρη εξασφάλιζε κερδοφορία, το 2006 υπογράφηκε η ταφόπλακά της, όταν η Ελλάδα συμφώνησε με την ΕΕ να πα­ράγει σχεδόν τη μισή παραγωγή από τις ανάγκες της και να πάει σε εισαγωγές! Η ΕΕ έλαβε απόφαση για μείωση της πα­ραγωγής ζάχαρης από τις χώρες-μέλη της κατά 50%, με το σκεπτικό ότι η αγορά ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο από τρί­τες χώρες, αντί για ζαχαρότευτλο, συνέφερε περισσότερο, ώ­στε να διευκολυνθούν οι εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων στις ζαχαροπαραγωγούς Βραζιλία και Ινδία. Η Ελλάδα υπέ­γραψε να της δοθεί ποσόστωση 158.000 τόνους από την ΕΕ και -ανεπαρκή- αντισταθμιστικά οφέλη, μολονότι ως χώρα ήμασταν αυτάρκεις και πραγματοποιούσαμε και εξαγωγές. Ορισμένοι παραγωγοί αποζημιώθηκαν και στράφηκαν σε άλλες καλλιέργειες.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε με το κλείσιμο πολλών εργο­στασίων της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης, λόγω κακο­διαχείρισης. Με δεδομένο, βέβαια, ότι η ζάχαρη δεν είναι είδος πρώτης ανάγκης, αλλά και με την καλλιέργεια στέβιας, η οποία έχει έως 300 φορές μεγαλύτερη γλυκαντική δράση, σε μια πιθανή παύση των εισαγωγών δεν αναμένεται να αν­τιμετωπίσει η χώρα σοβαρό πρόβλημα.
Πολύ χαμηλή αυτάρκεια διαπιστώνεται στην κατηγορία των οσπρίων, με ποσοστό που κυμαίνεται στο 39%. Συγκεκριμένα, παράγουμε περίπου 8.000 τόνους φακές και εισάγουμε ακόμα 10.000 τόνους, κυρίως από Τουρκία, προκειμένου να καλύψουμε την εγχώρια ζήτηση. Αντίστοιχο πρόβλημα υπάρχει και στα φασόλια: καταναλώνουμε 35.000 τό­νους, εκ των οποίων οι 25.000 τόνοι είναι εισαγωγής. Σημειωτέον ότι το 1981 η ετή­σια παραγωγή φασολιών ήταν 31.500 τόνοι!
Το πρόβλημα αυτό θα μπορούσε να λυθεί εύκολα, με μια αναδιάταξη της πα­ραγωγής, ακόμα και με επιδότηση, ώστε σε εκτάσεις που καλλιεργούνται σήμερα άλλα προϊόντα, π.χ. ρύζι (στο οποίο εί­μαστε πλεονασματικοί), να καλλιεργηθούν όσπρια, πολλά από τα οποία, όπως τα ρεβύθια ή τα μαυρομάτικα φασόλια, έχουν και μικρότερες ανάγκες σε νερό.
Και στις πατάτες υπάρχει αυτάρκεια κατά 82%, με μόνιμη μάστιγα όμως τις «ελληνοποιήσεις» πατάτας από Αίγυπτο, αλλά και τις άσκοπες εισαγωγές κατεψυγμένης πατάτας από χώρες όπως οι ΗΠΑ, επειδή δήθεν τηγανίζεται πιο εύκολα.
Η ελληνική αμπελουργία είναι επίσης σε πολύ καλό επί­πεδο, αφού στα επιτραπέζια σταφύλια (αυτάρκεια 133,45%) έχουμε πλεόνασμα, δηλαδή μπορούμε άφοβα να κάνουμε εξαγωγές, χωρίς να μας λείψουν ποτέ. Σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Προώθησης Εξαγωγών, η Ελλάδα παράγει έως 5 εκατ. λίτρα κρασί ετησίως και καταναλώνει μόλις 3 εκατ. λίτρα, ενώ το 2011 εξήγαγε κρασί αξίας 57 εκατ. ευρώ. Παρόλο που το ελληνικό κρασί αρκεί να καλύψει τις ανάγκες των Ελλήνων, το 2010 πραγματοποιήθηκαν εισαγωγές σε αξία 12 εκατ. ευρώ, καθώς οι “Ελληνες φαίνεται ότι δεν προ­τιμούν μόνο τα ελληνικά κρασιά.
Αναφέρεται ότι μπορεί το κρασί να καλύπτει τις ανάγκες των Ελλήνων καταναλωτών, αλλά αυτοί δείχνουν ιδιαίτερη προτίμηση στο ουίσκι (το ουίσκι καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος κατανάλωσης ποτών, καταλαμβάνοντας ποσοστό πε­ρίπου 42% το 2010, σύμφωνα με έρευνα της ICAP), το οποίο βεβαίως εισάγεται. Ταυτόχρονα διαθέτουμε και μια πολύ ση­μαντική (μικρότερη, βέβαια, από το παρελθόν) παραγωγή σταφίδας (σουλτανίνα και κορινθιακή) άνω των 50.000 τόνων ετησίως, η οποία υπερεπαρκεί για τις ανάγκες μας (αυτάρκεια 274,8%) και μας καθιστά ικανούς για εξαγωγές. Στο μέλι, επίσης, καταγράφεται ποσοστό αυτάρκειας της τάξεως 92%.
Αρνάκι άσπρο και παχύ
Όπως υποστηρίζουν οι θιασώτες της ελληνικής τροφοεξάρ­τησης, το βασικό πρόβλημα της χώρας, ως προς την αυτάρκεια, είναι κυρίως η ζωική παραγωγή. Αυτό, όμως, είναι ένας μύθος – ή, μάλλον, μια μισή αλήθεια. Το ποσοστό αυτάρκειας στη ζωική παραγωγή-αλιεία ανέρχεται, κατά μέσο όρο, περίπου στο 76,11%, αλλά διαφοροποιείται μεταξύ επιμέρους κατηγοριών προϊόντων, όπως το κρέας, όπου η αυτάρκεια ανέρχεται στο 56% περίπου, με το μικρότερο ποσο­στό να καταγράφεται στο βόειο κρέας (13%) και το υψηλό­τερο στο αιγοπρόβειο κρέας (94%). Είναι χαρακτηριστικό ότι, από τους 158.000 τόνους που καταναλώνουμε ετησίως σε μοσχαρίσιο κρέας, στην Ελλάδα παράγουμε μόλις τους 20.000 τόνους. Στο χοιρινό κρέας η κατάσταση είναι λίγο καλύτερη, αφού από τους 290.000 τόνους που καταναλώ­νουμε,παράγουμε μόνο τους 111.000, δηλαδή το 38%.
Η έλλειψη αυτή σε μοσχαρίσιο και χοίρειο κρέας είναι αποτέλεσμα της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της Ε.Ε. Χα­ρακτηριστικό είναι ότι πριν το 1980, δηλαδή πριν μπούμε στην τότε ΕΟΚ, η Ελλάδα είχε φτάσει σε αυτάρκεια στο χοι­ρινό κρέας 84%, στο μοσχαρίσιο σε 66%, ενώ το αιγοπρόβειο κρέας ήταν στα σημερινά επίπεδα αυτάρκειας – περί­που 94%. Γιατί, όμως, ενώ είμαστε ελλειμματικοί σε βόειο κρέας, συνεχίζουμε να το καταναλώνουμε, σκορπώντας εκα­τομμύρια ευρώ στο εξωτερικό;
Η Ελλάδα μεταπολεμικά σχεδόν υποχρεώθηκε να κατανα­λώνει μοσχαρίσιο κρέας, με τη λογική ότι είναι πιο ογκώδες ζώο, με μεγαλύτερη γαλακτοπαραγωγή σε σχέση με τα αιγο­πρόβατα, και άρα είναι πιο συμφέρον για την Ελλάδα. Χαρα­κτηριστικό είναι ότι εισήχθησαν και νέες φυλές βοοειδών από βορειο-ευρωπαΐκές χώρες (π.χ. Ελβετία, Βέλγιο), ακόμα και από Αμερική, εκτοπίζοντας εγχώριες φυλές βοοειδών, όπως η ελληνική βραχυκερατική φυλή, που απαντάται στις Πρέσπες, αλλά και άλλες φυλές, όπως οι αγελάδες Κατερίνης, Τήνου και Κέας στις Κυκλάδες, Ζακύνθου, Συκιάς στη Χαλ­κιδική, Κύμης, Φλώρινας, οι σαρακατσάνικες και οι αγελάδες Γλώσσας Σκοπέλου. Οι εγχώριες αυτές φυλές έχουν μικρότερο μέγεθος, αλλά μέσω της γενετικής επιλογής είχαν προσαρμο­στεί πλήρως στις ελληνικές εδαφοκλιματικές συνθήκες. Το ίδιο συνέβη και με τον ελληνικό βούβαλο, που κάποτε κατέ­κλυζε τους υδροβιότοπους της βόρειας Ελλάδας και ο πληθυ­σμός του έφτασε τα όρια της εξαφάνισης τη δεκαετία του ’90. Τα τελευταία χρόνια, γίνεται μια σημαντική προσπάθεια ανά­καμψης του αριθμού των βουβαλιών, η οποία έχει φέρει απο­τελέσματα στην περιοχή της Κερκίνης στον νομό Σερρών.
Με επιδοτήσεις της Ε.Ε. εξαφανίστηκαν οι εγχώριες ράτσες βοοειδών και ενισχύθηκε η εκτροφή βοοειδών έναντι της αιγοπροβατοτροφίας και άλλων παραδοσιακών μορφών κτηνο­τροφίας, απείρως πιο αποδοτικών, όπως η κονικλοτροφία.Αυτό ήταν ένα ολέθριο σφάλμα, καθώς τα αιγοπρόβατα είναι ιδανικά για τη μορφολογία του ελληνικού εδάφους που έχει ορεινές και ημιορεινές εκτάσεις, σε αντίθεση με τα βοοειδή και κυρίως τις εισαγόμενες ράτσες, που θέλουν ανοιχτές πε­διάδες (τύπου Ολλανδίας). Ταυτόχρονα, έγινε συνήθεια στον Έλληνα η κατανάλωση μοσχαρίσιου κρέατος, κάτι που δεν συνέβαινε σε τέτοια έκταση κατά το παρελθόν. Το μοσχαρίσιο κρέας δεν πλεονεκτεί σε θρεπτικά συστατικά, έναντι του αι­γοπρόβειου, ενώ αν λάβουμε υπόψη και τις σύγχρονες συν­θήκες εντατικής εκτροφής των βοοειδών (αντιβιοτικά, μεταλ­λαγμένες ζωοτροφές, ενσταυλισμός σχεδόν καθόλη τη διάρ­κεια του έτους), το μοσχαρίσιο κρέας είναι μάλλον επιβαρυ­μένο και κακής ποιότητας. Αντίθετα, το αιγοπρόβειο κρέας και κάποιες εγχώριες φυλές βοοειδών προέρχονται στην πλειοψηφία τους από κοπάδια ζώων που βόσκουν τον περισσό­τερο χρόνο ελεύθερα σε ορεινές ή ημιορεινές περιοχές, εκμε­ταλλευόμενα πλήρως την πλούσια ελληνική χλωρίδα.
Στο αιγοπρόβειο κρέας είμαστε σχεδόν αυτάρκεις, αφού σύμφωνα με στοιχεία για το 2009 η Ελλάδα διαθέτει περίπου 8,9 εκατ. πρόβατα και 4,8 εκατ. κατσίκια, δηλαδή αντιστοι­χούν περίπου ένα πρόβατο και μισή κατσίκα για κάθε Έλ­ληνα. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Πανελλήνιας Ένωσης Κτηνοτροφών, κ. Δημήτρη Καμπούρη, «Σε ένα με δύο χρόνια, μπορούμε να έχουμε 20 εκατ. αιγοπρόβατα. Αυτό για την Οι­κονομία σημαίνει διπλάσια παραγωγή κρέατος και γάλα­κτος, μείωση των εισαγωγών, αύξηση των εξαγωγών και αύ­ξηση των θέσεων εργασίας. Η αύξηση του ζωικού κεφαλαίου μπορεί να γίνει με ελάχιστα οικονομικά κίνητρα. Τα αρνιά και τα κατσίκια πωλούνται κυρίως το Πάσχα. Αν για μία- δύο χρονιές δεν δώσουμε τα θηλυκά στους εμπόρους, τότε τα ζώα θα διπλασιαστούν».
Σημαντικός τομέας είναι και η πτηνοτροφία, στην οποία είμαστε αυτάρκεις κατά 85% στο κρέας και κατά 91% στα αυγά.Ιδιαίτερα για τα αυγά, υπάρχει τόση παραγωγή, ώστε το 2011 οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά. 2134%!
Στη δε αλιεία το ποσοστό αυτάρκειας, χωρίς να υπολογί­σουμε τις ιχθυοκαλλιέργειες, αγγίζει περίπου το 125,6%, με πάνω από 160.000 τόνους ψαριών τον χρόνο. Μαζί με τις ι­χθυοκαλλιέργειες (120.000 τόνοι), το ποσοστό σε αυτάρκεια των αλιευμάτων φτάνει το 221,3%! Μια πιθανή, λοιπόν, παύση των εισαγωγών κρέατος μάλλον καλό θα έκανε στη χώρα, αφού θα επανερχόμασταν στη μεσογειακή διατροφή, μειώνοντας την κατανάλωση κόκκινου κρέατος, η οποία μα­κροπρόθεσμα έχει και επιπτώσεις στην υγεία και θεωρείται υπεύθυνη για την εκδήλωση πολλών μορφών καρκίνου (π.χ. στομάχου ή παχέως εντέρου). Μεσούσης της κρίσης, ο μέσος Έλληνας καταναλώνει ετησίως 100 κιλά κόκκινου κρέατος – γεγονός που τον κατατάσσει στην 7η θέση παγκοσμίως, ξεπερνώντας Αμερικανούς, Καναδούς και Γερμανούς!
Στην κατηγορία των γαλακτοκομικών-τυροκομικών προϊό­ντων, η φέτα -με ποσοστό αυτάρκειας 147%- περίπου υπερ­βαίνει τον μέσο όρο της κατηγορίας, ο οποίος κυμαίνεται στο 80%. Γενικότερα στο γάλα, η Ελλάδα κατά το παρελθόν ήταν πλεονασματική. Σήμερα είναι ελλειμματική, αφού η παρα­γωγή αγελαδινού γάλακτος κυμαίνεται στους 638 χιλιάδες τόνους, καλύπτοντας μόνο το 58,2% της ζήτησης (στοιχεία ΕΛΟΓΑΚ 2011). Βέβαια, στο αιγοπρόβειο γάλα που έχει καιμεγαλύτερη θρεπτική αξία, είμαστε σχεδόν αυτάρκεις, με πα­ραγωγή που καλύπτει το 98% της ζήτησης. Αυτό που δε γνωρίζει ο πολύς κόσμος είναι ότι η σχετικά μειωμένη παραγωγή γάλακτος δεν οφείλεται στη μη παραγωγικότητα της ελληνικής κτηνοτροφίας αλλά στο καθεστώς των ποσοστώσεων που επέβαλε η ΕΕ. Μέχρι τις αρχές του 2000, η χώρα πλήρωνε πρόστιμα στην ΕΕ, επειδή οι παραγόμενες ποσότητες γάλακτος ήταν υψηλότερες από το πλαφόν που είχε δέσει αυθαίρετα η ΕΕ – κι αυτό διότι δεν είναι αναλογικές ούτε με τον πληθυσμό, ούτε με το ζωικό κεφάλαιο κάθε χώρας.
Το 1996 γαλακτοπαραγωγοί νομοί, όπως η Φλώρινα, πλήρωσαν πρόστιμα, επειδή η ποσόστωση ήταν 47.000 τόνοι και οι κτηνοτρόφοι παρήγαγαν 55.000 τόνους. Το 1999 η χώρα πλήρωσε συνολικά 2,5 δισ. δραχμές πρόστιμο, επειδή είχε παραγωγή 22.000 τόνους μεγαλύτερη από την ποσόστωση. Ταυτόχρονα, ενώ μας επέβαλαν χαμηλή παραγωγή, εισήγαμε χιλιάδες τόνους συμπυκνωμένου γάλακτος από Ολλανδία και Γερμανία, πετώντας εκατομμύρια ευρώ στο εξωτερικό. Το καθεστώς αυτό, σε συνδυασμό με την αύξηση των τιμών των ζωοτροφών και την έλλειψη στήριξης από την πολιτεία, αποθάρρυνε πολλούς κτηνοτρόφους, με αποτέλεσμα την τελευταία δεκαετία να εγκαταλείψουν το επάγγελμά τους το 63,5% των κτηνοτρόφων. Έτσι σήμερα, αν και έχουν αυξηθεί οι ποσοστώσεις από 650.000 τόνους κατά το παρελθόν, σε 861.000 τόνους, η παραγωγή έχει μειωθεί στο ελάχιστο.
Αν, λοιπόν, παύσουν οι εισαγωγές στο αγελαδινό γάλα, θα παρατηρηθεί μια πρόσκαιρη έλλειψη, η οποία όμως μπορεί να αναπληρωθεί εύκολα αν μάθουμε να καταναλώνουμε αιγοπρόβειο γάλα. Αν πάρουμε μια ποσότητα αιγοπρόβειου γάλακτος (που έχει μεγαλύτερη θρεπτική αξία από το αγελαδινό) από την παραγωγή φέτας και την αξιοποιήσουμε για την κατανάλωση ως νωπό γάλα, είναι σίγουρο ότι δεν θα υπάρξει έλλειψη στην αγορά. Και αν δοθούν τα λεφτά που ξοδεύονται στις εισαγωγές συμπυκνωμένου γάλακτος αμφίβολης θρεπτικής αξίας στους Έλληνες παραγωγούς, θα αυξηθεί το ζωικό κεφάλαιο και σύντομα θα δημιουργηθεί υπερεπάρκεια σε γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα.
Η Ελλάδα «υπερδύναμη» τροφίμων
Σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία (στοιχεία 2009), η Ελλάδα καλλιεργεί 32.693 χιλιάδες στρέμματα, από τα 37.324 χιλιάδες στρέμματα (25% της έκτασής μας) που είναι η συνολική καλλιεργήσιμη έκτασή μας, δηλαδή καλλιεργείται περίπου το 87,6% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Τα υπόλοιπα 4.631 χιλιάδες στρέμματα είναι αναξιοποίητα, αφού βρίσκονται σε αγρανάπαυση, η οποία μάλιστα είναι και συμφέρουσα, αφού είναι επιδοτούμενη από την ΕΕ. Στον αριθμό αυτό μπορούν να προστεθούν και εκατομμύρια άλλα στρέμματα ανά την επικράτεια, τα οποία έχουν εγκαταληφθεί εδώ και δεκαετίες, και έχουν μετατραπεί σε λιβαδικές, θαμνώδεις ή και δασώδεις εκτάσεις. Σε πολλούς νομούς, όπως στον νομό Σερρών, η εγκατάλειψη είναι τόσο μεγάλη, που αγγίζει ποσοστά πάνω από το 40%!
Αυτές οι χαμένες αγροτικές εκτάσεις βρίσκονται στα βοσκοτόπια και στα βουνά (43% της έκτασης), και σε μικρότερο ποσοστό στα δάση (21% της ελληνικής γης). Επειδή τα δάση δεν πρέπει να μειωθούν για χάρη της γεωργίας, θα μπορούσαμε να καλλιεργήσουμε μέρος από τις χορτολιβαδικές εκτάσεις, πολλές από τις οποίες κάποτε ήταν χωράφια και μάλιστα πολύ εύφορα. Με καλλιέργεια μόνο στο 1/4 της έκτασης της Ελλάδας, η χώρα είναι σχεδόν αυτάρκης. Αν διπλασιάζαμε τις καλλιεργούμενες εκτάσεις, φτάνοντας στο 50% της ελληνικής γης, θα μπορούσαμε να θρέψουμε τουλάχιστον διπλάσιο πληθυσμό ή, αλλιώς, να τροφοδοτούμε εξ ολοκλήρου χώρες με παραπλήσιο πληθυσμό, όπως η Πορτογαλία.
Το επιχείρημα ότι δεν μπορούμε να καλλιεργήσουμε σε ορεινές ή και ημιορεινές περιοχές είναι αστείο, αφού κάποιες καλλιέργειες, όπως τα αρωματικά φυτά, πολλά από τα οπωροκηπευτικά, δενδρώδεις καλλιέργειες, όπως οι καστανιές, οι κερασιές, οι φουντουκιές, οι καρυδιές κ.ά. αναπτύσσονται καλύτερα σε υψηλό υψόμετρο και σε επικλινή εδάφη.
Το βασικό πρόβλημα της ελληνικής γεωργίας είναι η μείωση του αγροτικού πληθυσμού, με άμεση συνέπεια την υποβάθμιση πρώην αγροτικών εκτάσεων. Για να μεταβληθεί αυτή η κατάσταση απαιτούνται σοβαρά κίνητρα για τους νέους. Θα πρέπει να γίνει όχι ενοικίαση εκτάσεων, όπως προωθεί το Υπουργείο και πρόσφατα η εκκλησία, αλλά πλήρης απαλλοτρίωση και «χάρισμα» γης σε άτομα, με την αυστηρή προϋπόθεση οι εκτάσεις αυτές να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για αγροτικούς σκοπούς. Ο αγρότης, για να είναι αποδοτικός και να παραμείνει στο επάγγελμα, πρέπει να έχει ιδιόκτητη γη και όχι ενοικιαζόμενη. Με πάνω από ένα εκατομμύριο επίσημα ανέργους, σκεφτείτε τι ώθηση δα έδινε στον γερασμένο αγροτικό κόσμο, αν μόνο μισό εκατομμύριο νέοι, αντί να σκέφτονται τη φυγή, στρέφονταν στη γεωργία.
Με μόνο 300.000 κατά κύριο επάγγελμα αγρότες σήμερα (και περίπου 2 εκατ. που δηλώνουν συμπληρωματικό εισόδημα), με άλλο μισό εκατομμύριο, θα είχαμε αύξηση κατά 266% τουλάχιστον του αγροτικού πληθυσμού, ενώ η ποιοτική διαφορά θα ήταν ασύγκριτη, αφού στη γεωργία θα έμπαινε ανθρώπινο δυναμικό μικρής ηλικίας και μορφωμένο, προάγοντας την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία.
Μην ξεχνάμε ότι, μόλις 50 χρόνια πριν (1961), στην Ελλάδα οι αγρότες αντιπροσώπευαν το 53% του πληθυσμού!
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, επιτάχθηκαν και απαλλοτριώθηκαν σχεδόν 10 εκατ. στρέμματα καλλιεργήσιμων εκτάσεων σε όλη τη χώρα και διατέθηκαν για την αποκατάσταση προσφύγων και γηγενών. Η διανομή της γης είχε ως αποτέλεσμα να καλλιεργηθούν εδάφη που πρώτα χρησιμοποιούνταν ως βοσκές ή έμεναν ακαλλιέργητα και να αυξηθεί σημαντικά η παραγωγή, ιδιαίτερα των σιτηρών, στα οποία ένα ποσοστό 93% της αύξησης προήλθε από τις περιοχές στις οποίες η γη διανεμήθηκε στους ακτήμονες. Στην Μακεδονία, στη Θεσσαλία και στην Ήπειρο, οι εκτάσεις που καλλιεργήθηκαν με σιτηρά διπλασιάστηκαν από το 1915 έως το 1932!
Παράλληλα πρέπει να γίνουν προγράμματα ολοκληρωμένης διαχείρισης, στα οποία η ανάγκη σε ζωοτροφές, λιπάσματα, νερό, ακόμα και ενέργεια, να καλύπτεται από την ίδια την αγροτική επιχείρηση. Η χρήση των οργανικών υπολειμμάτων των ζώων, αλλά και χορταριού σε αποσύνθεση για λίπασμα, η επιδότηση των κτηνοτροφών για καλλιέργεια των ζωοτροφών που χρειάζονται, η δημιουργία συστημάτων συλλογής βρόχινου νερού, αλλά και η επέκταση των προγραμμάτων φιλικής για το περιβάλλον ενέργειας (π.χ. φωτοβολταϊκά) σε κάθε ιδιόκτητη φάρμα, θα απάλλασσε πολλούς αγρότες από ένα μεγάλο τμήμα του κόστους παραγωγής. Επιπλέον, απαιτείται μείωση της τιμής του αγροτικού πετρελαίου, αλλά και μια καθετοποιημένη παραγωγή με πλήρη επιδότηση μεταποιητικών μονάδων κοντά στα χωράφια, ώστε ο κόσμος να παραμείνει στην επαρχία και το κέρδος από το προϊόν να το απολαμβάνει ο παραγωγός και όχι οι μεσάζοντες.
Ένας ακόμα τομέας ανάπτυξης είναι και η εκτατική μορφή κτηνοτροφίας. Η Ελλάδα διαθέτει λιβάδια σε ποσοστό 35% του εδάφους της, τη στιγμή που στην Ιταλία είναι το 15%, στην Πορτογαλία το 16% και στην Ισπανία το 24%. Στα λιβάδια αυτά μπορούν να βόσκουν κατά το μεγαλύτερο διάστημα του έτους αιγοπρόβατα ή και εγχώριες φυλές βοοειδών και χοίρων, χωρίς να έχουν καμία ανάγκη για ζωοτροφές. Ειδικά για τα αιγοπρόβατα, θα μπορούσαμε να μετατραπούμε σε Νέα Ζηλανδία, αφού η ημιορεινή φύση της χώρας είναι ιδανική για την ανάπτυξή τους, ενώ οι ήπιες κλιματολογικές συνθήκες δεν απαιτούν ενσταυλισμό, παρά μόνο για λίγους μήνες κατά τη διάρκεια του έτους. Αυτό θα μείωνε τις τεράστιες εισαγωγές ζωοτροφών, ενώ θα έδινε ένα κρέας εξαιρετικής ποιότητας. Σύμφωνα με τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, η αξιοποίηση των βοσκοτόπων στην Ελλάδα μπορεί να αποφέρει 4,5 δισ. ευρώ ετησίως!
Ένας ακόμα αναξιοποίητος πλούτος είναι και η αλιεία. Η Ελλάδα, με τα 15.000 χιλιόμετρα ακτογραμμών, τα 300 θαλάσσια είδη, τα ποτάμια (ο Αλιάκμονας έχει 33 είδη ψαριών και ο Αξιός 36), τις λίμνες, τους εκατοντάδες κόλπους, καθώς και τα 3.000 νησιά, είναι ένα φυσικό ιχθυοτροφείο. Ήδη η χώρα διαθέτει τον μεγαλύτερο αλιευτικό στόλο στην Ε.Ε. Ταυτόχρονα, μπορούν να αναπτυχθούν και οι υδατοκαλλιέργειες. Σύμφωνα με έρευνες Καναδών επιστημόνων που διεξήχθησαν για την Google Earth, από τους 21.200 περίπου κλωβούς ιχθυοτροφείων που βρίσκονται στη Μεσόγειο (δορυφορικές εικόνες), οι μισοί περίπου (49%) βρίσκονται στη χώρα μας, με αποτέλεσμα να υποεκτιμούμε τη συνολική παραγωγή ψαριών ιχθυοκαλλιέργειας κατά τουλάχιστον 30%! Η Ελλάδα με μόνο ελάχιστα ιχθυοτροφεία, σε σχέση με αυτά που θα μπορούσε να έχει, παράγει το 60% της συνολικής παραγωγής σε συναγρίδα και λαβράκι που εκτρέφονται στην Ε.Ε. και σχεδόν τη μισή από την παγκόσμια παραγωγή!
Αναπτυξιακές προοπτικές
Η χώρα θα έπρεπε εδώ και δεκαετίες να επενδύσει όχι μόνο στη διατροφική της αυτάρκεια, κάτι που ήδη υφίσταται παρόλη την γεωργοκτόνα πολιτική των τελευταίων ετών, αλλά και στην εξάρτηση σε τρόφιμα άλλων χωρών από εμάς, ώστε σε μια πιθανή κρίση να έχουμε συμμάχους τους εμπορικούς μας εταίρους.
Ο φιλότιμος Έλληνας αγρότης, που κατάφερε εδώ και αιώνες να θρέψει τον ελληνικό πληθυσμό, ακόμα και σε αντίξοες συνθήκες, είναι σίγουρο ότι και τώρα θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και θα καταφέρει να θρέψει τους Έλληνες. Παρόλα αυτά, όμως, η αυτάρκεια σε τρόφιμα απαιτεί συντονισμένη δράση όλων – από τους κρατικούς φορείς και τις αρμόδιες υπηρεσίες, μέχρι τον τελευταίο καταναλωτή, ο οποίος θα πρέπει να αποκτήσει εθνική συνείδηση και να πάψει να καταναλώνει εισαγόμενα, κυρίως τυποποιημένα τρόφιμα αμφίβολης ποιότητας, που ενισχύουν παραγωγούς και οικονομίες άλλων κρατών. Ακόμα και αν οι τιμές των ελληνικών προϊόντων είναι υψηλότερες, θα πρέπει να στηρίξουμε τον αγώνα και τον μόχθο του Έλληνα γεωργού. Η επιστροφή στη μεσογειακή διατροφή, που όλοι αναφέρουν αλλά κανείς δεν εφαρμόζει, είναι αυτή που θα μας προστατεύσει σε πιθανή παύση των εισαγωγών.
Η Ελλάδα δεν είναι απλά μια πλούσια χώρα, αλλά μια κοιμισμένη υπερδύναμη, η οποία θα πρέπει να κάποτε να ξυπνήσει και να ορθοποδήσει, πάντα στηριγμένη στα δικά της πόδια. Με δεδομένη την παγκόσμια αύξηση του πληθυσμού, τα τρόφιμα είναι ένας τομέας ζωτικής σημασίας, που μελλοντικά θα αποτελέσει παγκοσμίως τη μέγιστη προτεραιότητα για κάθε κράτος, αλλά και το υπ’ αριθμόν ένα μέσο άσκησης εξωτερικής πολιτικής. Η αυτονομία στα τρόφιμα είναι η μόνη λύση για την επίτευξη της ελευθερίας των λαών, αλλά και της εθνικής ανεξαρτησίας, αφού η χειρότερη μορφή εξάρτησης είναι εκείνη της διατροφής του πληθυσμού.
Γίνεται, λοιπόν, σαφές γιατί η παγκοσμιοποίηση, το καπιταλιστικό σύστημα, αλλά και οι πολιτικές της Ε.Ε., του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και της Παγκόσμιας Τράπεζας χτύπησαν αρχικά την αυτάρκεια σε τρόφιμα των κρατών. Δυστυχώς, είναι πολλοί αυτοί που δεν μας θέλουν ελεύθερους.
*Πτυχιούχος του Τμήματος Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών

Πέμπτη 13 Αυγούστου 2015

Ο οργανωμένος λαός θα ανατρέψει το 3ο μνημόνιο

Το νέο, τρίτο στη σειρά και πιο βάρβαρο απ' όλα, μνημόνιο συζητιέται σήμερα στη βουλή. Όσα δεν κατάφεραν να περάσουν Παπανδρέου, Παπαδήμος και Σαμαροβενιζέλοι, τα φέρνουν αυτοί που βγήκαν με σύνθημά τους το "θα σκίσουμε τα μνημόνια", η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ...

Διαβάστε το 3ο μνημόνιο (όπως κατατέθηκε στη βουλή) εδώ: 
http://www.real.gr/Files/Articles/Document/438695.pdf

Κι αν στη βουλή, με τη συμπαιγνία των παλιών μνημονιακών κομμάτων (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ) περάσει το μνημόνιο, αυτός ο λαός που στις 5 Ιουλίου "σήκωσε μπόι", αγνοώντας τις σειρήνες του μεγάλου κεφαλαίου, καπιταλιστικούς θεσμούς, πολιτικό προσωπικό και Μ.Μ.Ε. και βροντοφωνάζοντας "ΟΧΙ σε παλιά και νέα μνημόνια", μπορεί να το καταργήσει. Ήρθε η ώρα να ξαναπιάσουμε το νήμα του αγώνα από κείνο το Φλεβάρη του 2012, τότε που επικράτησαν οι κοινοβουλευτικές αυταπάτες. Έχοντας "πάρει το μάθημά μας", ας γίνουμε οργανωμένος λαός, ας πάρουμε την υπόθεση της ζωής μας στα χέρια μας!

Μόνο έτσι μπορούμε να νικήσουμε. Και θα νικήσουμε!




Τρίτη 11 Αυγούστου 2015

Ποιος κερδίζει από το ευρώ και την Ε.Ε. κ. Τσίπρα;

                                                                   του Αλέξανδρου Καπακτσή

Μια μικρή ιστορική αναδρομή σαν εισαγωγή είναι και χρήσιμη και αναγκαία για να απαντηθεί το ερώτημα ποιος κέρδισε και κερδίζει από την ένταξη στην ΕΕ και το ευρώ. Όχι γιατί δεν επιχειρήθηκε να απαντηθεί το ερώτημα με επάρκεια στο παρελθόν αλλά γιατί αποκτά μεγάλη πολιτική επικαιρότητα και είναι ένα από τα άμεσα επίδικα της περιόδου.
Η αστική τάξη, λόγο κυριαρχικής θέσης στον κοινωνικό σχηματισμό αλλά και ανάπτυξης ιδιαίτερων δυνατοτήτων εξ ανάγκης αλλά και ικανοτήτων που ανέπτυξε στην ιστορική διαδρομή της, μετατρέπει κάθε φορά τις επιδιώξεις της, τα συμφέροντα της, σε κοινωνική-εθνική ανάγκη ή επιδίωξη. Αμέσως σχεδόν μετά την ίδρυση της ΕΟΚ τότε τον Ιούνιο του 1959, κατατέθηκε αίτηση που οδήγησε στην υπογραφή της Συμφωνίας Σύνδεσης Ελλάδας – ΕΟΚ, τον Ιούνιο του 1961. Ήταν το πρώτο βήμα μιας πορείας για την ένταξη της χώρας που «πάγωσε» κατά τη διάρκεια της δικτατορίας 1967 – 1974 και αναθερμάνθηκε μετέπειτα για να καταλήξει στην ένταξη της χώρας μόνο με απόφαση της βουλής στις 28 Ιουνίου του 1979 που επικύρωσε τη συμφωνία της προσχώρησης το Μάιο του ίδιου χρόνου. Το πλειοψηφικό ρεύμα της ελληνικής κοινωνίας που εκφραζόταν με το σύνθημα ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο απαξιώθηκε και λοιδορήθηκε ως συντηρητικό και οπισθοδρομικό από τα δημοσιογραφικά και επιστημονικά τσιράκια της αστικής τάξης αλλά και από το πολιτικό υπηρετικό προσωπικό της που αρνήθηκε με σθεναρότητα να θέσει το ερώτημα της επιλογής στην κρίση του ελληνικού λαού.
Ποιες ήταν οι στοχεύσεις, οι επιδιώξεις της; Τι γύρευε η αλεπού σε ένα παζάρι λύκων; Συνοπτικά: 1) Διαμόρφωση ισχυρής συμμαχίας, απαραίτητη ώστε να διαμορφωθεί ρεύμα συναίνεσης για τις επιλογές της και τη μακροημέρευση της κυριαρχίας της μπρος στο ριζοσπαστικό ρεύμα της μεταπολίτευσης που απειλούσε άμεσα τα συμφέροντα της. Ταυτόχρονα διαμόρφωνε μελλοντικούς συσχετισμούς δύναμης ώστε να τα βγάλει εύκολα πέρα με το εργατικό και λαϊκό κίνημα όταν θα απειλείται, όπως καλή ώρα κατά τη διάρκεια της τωρινής κρίσης. Ας φανταστούμε τη χώρα εκτός ΕΕ και θα δούμε ότι οι επιλογές τους θα είχαν πολύ μικρότερες πιθανότητες πραγματοποίησης και ιδιαίτερα επιτυχίας. 2) Πρόσφερε ως προίκα τη γεωπολιτική θέση της χώρας με την ελπίδα της «προσπόρισης μεσιτείας», για τη διαμεσολάβηση των συμφερόντων της ΕΟΚ, λόγο των ισχυρών πολιτικών και οικονομικών σχέσεων της χώρας μας με τον αραβικό αλλά και τον βαλκανικό χώρο, που αντιμετώπιζαν με εχθρότητα την πολιτική της ΕΟΚ. Είναι χαρακτηριστική η ακόλουθη αποστροφή από τον λόγο του Καραμανλή στην τελετή υπογραφής της συμφωνίας: Η Ελλάς πιστεύει ότι μπορεί να προσφέρει την δυνατότητα ενός ευρυτέρου καταμερισμού του έργου, με βάση τα συγκριτικά πλεονεκτήματα. Η γεωγραφική της θέση, το πολιτικό της παρελθόν και το πολιτιστικό της επίπεδο προσφέρουν τις προϋποθέσεις της αναπτύξεως ευρυτέρων οικονομικών και πολιτιστικών σχέσεων με τον βαλκανικό και τον μεσογειακό χώρο.» «Η Ελλάς είναι ο ακρίτας των ευρωπαϊκών συνόρων και ο μεσογειακός εξώστης της Κοινής Αγοράς. Με το εγκατεστημένο σε όλες τις Ηπείρους ανθρώπινο δυναμικό της και με την ναυτιλιακή της δύναμη, μπορεί να συμβάλει και στην προβολή της ευρωπαϊκής ιδέας.» 3) Η αστική τάξη πίστευε βάσιμα ότι μπορεί να εισχωρήσει στην εσωτερική αγορά της ΕΟΚ και να καταλάβει περισσότερες θέσεις χρησιμοποιώντας το ισχυρότερο όπλο της, εκτός των ειδικών προϊόντων της, που ήταν το κατά πολύ φθηνότερο εργατικό κόστος. Έτσι, μετά την είσοδο στην ΕΟΚ, βλέπουμε μια έντονη προσπάθεια των ελληνικών επιχειρήσεων να διεισδύσουν στην αγορά της, με αποτελέσματα θετικά και σαφώς καλύτερα των γενικών τάσεων του συνολικού εμπορικού ισοζυγίου.1 Όσο η ελληνική οικονομία προσαρμοζόταν στα εοκικά δεδομένα με τη στήριξη του κράτους, αντιστεκόταν στην ξένη διείσδυση και είχε ορισμένες επιτυχίες. Μόλις άρχισε να διαμορφώνεται η ενιαία κοινή αγορά της ΕΕ, άρχισε η διεύρυνση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου και η απώλεια θέσεων. Ο ελληνικός καπιταλισμός υποκλινόταν στην ανωτερότητα άλλων. Διακεκριμένοι και λίγοι μόνο τομείς-επιχειρήσεις της οικονομίας προσαρμόζονταν και κέρδιζαν από τα νέα δεδομένα. Αυτό που εμποδίζει την αρχική πορεία, η οποία οσονούπω θα ανατραπεί και η χώρα θα οδηγηθεί σε χειρότερο εμπορικό ισοζύγιο, είναι ο πλήρης οικονομικός αφοπλισμός από κάθε μέσο προστασίας απέναντι στις εοκικές επιχειρήσεις, ο προσανατολισμός των δημοσίων επενδύσεων στην κάλυψη εοκικών και όχι εσωτερικών αναγκών. Έτσι ο μικρός καπιταλισμός υπέκυψε στον υπέρτερο, ο μικρομέτοχος στην κοινοπραξία άνισων μπήκε σε μια πορεία οικονομικής απαξίωσης και κατά συνέπεια και πολιτικής απαξίωσης.
Η πορεία προς την καταστροφική κρίση ολοκληρώθηκε πάλι με μια «δημοκρατική απόφαση» του κοινοβουλίου. Την απόφαση για την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ. Την παράδοση της νομισματικής πολιτικής στην ΕΚΤ, δηλαδή στα μεγάλα χρηματοπιστωτικά κεφάλαια της Ευρώπης. Η απώλεια του όπλου της συναλλαγματικής ισοτιμίας με την καθιέρωση του ευρώ οδήγησε σε πλήρη κατάρρευση του εμπορικού ισοζυγίου. Τα δεδομένα θυμίζουν εμπόλεμη χώρα που αγωνίζεται για τη ζωή της και θυσιάζει τα πάντα. Αρκεί να θυμίσουμε ότι, το 1893, χρονιά χρεοκοπίας, το ποσοστό των εξαγωγών ως προς τις εισαγωγές έγινε 96,2% από 68,9% την περασμένη χρονιά και στη χρεοκοπία του 1932, 60,4% από 47,97%, το προηγούμενο έτος. Βελτιώθηκε, δηλαδή, θεαματικά το εμπορικό ισοζύγιο! Ενώ στην καρδιά του Μικρασιατικού Πολέμου ή κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, οι επιδόσεις ήταν αντίστοιχες του «πολέμου του ευρώ»! Το 2008 είχε πέσει στο 28,61% !
Από τις μεγάλες «εθνικές» επιλογές της αστικής τάξης και των εκπροσώπων της ποιος ωφελήθηκε και ποιος έχασε; Ποιος είναι ο κερδισμένος σε τελική ανάλυση; Δε θα σταθούμε στο προφανές, το στρατόπεδο των χαμένων. Το στρατόπεδο του ΟΧΙ, του 76% στη Δραπετσώνα. Χαμένοι είναι οι άνεργοι από τα εργοστάσια και τις επιχειρήσεις που έκλεισαν, οι υποαμοιβόμενοι σε αυτές που λειτουργούν ακόμη, οι αγρότες που εγκατέλειψαν τη γη τους, οι επαγγελματίες που φυτοζωούν, τα νιάτα της χώρας που έχοντας περισσότερα προσόντα από ποτέ αργούν ή ετεροαπασχολούνται όταν δεν μεταναστεύουν. Αυτούς τους ξέρουμε καλά. Χρήσιμο είναι να δούμε τους άλλους, του στρατοπέδου του ΝΑΙ, του 85% της Εκάλης. Ανοίγοντας παρένθεση εδώ επισημαίνεται ότι το μεγαλύτερο ποσοστό συσπείρωσης τους δεν είναι τυχαίο. Πάντα ήξεραν καλύτερα από τους κάτω το συμφέρον τους.
Ας δούμε λοιπόν ποιοι είναι:
1) Το τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο. Την περασμένη εικοσαετία, υπήρξε μια σημαντική αύξηση του ρόλου και της ισχύος του τραπεζικού κεφαλαίου στη χώρα μας, που παραδοσιακά ήταν η ηγεμονική μερίδα του χρηματιστικού κεφαλαίου. Απόλαυσε μια πολύ μεγάλη περίοδο, άνω των 15 ετών, πολύ μεγάλων κερδών. Την περίοδο δε του χρηματιστηριακού ράλι, τα απογείωσε, στην κυριολεξία. Η αποδοτικότητα του ενεργητικού, ως ποσοστό του μέσου ενεργητικού, προ φόρων (ROA) σχεδόν διπλασιάστηκε την τελευταία τετραετία (από 0,98% το 1997 σε 1,90% για το 2000), με αποκορύφωμα το 1999, όπου έφθασε το 2,30%. Δεν παύει, όμως, να είναι σημαντικά υψηλότερη από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αποδοτικότητα των μέσων ιδίων κεφαλαίων, αντίστοιχα, κινήθηκε σε πολύ υψηλά επίπεδα, πάνω από 20%, για όλη την εξεταζόμενη περίοδο 1997-2000. Από 20,31% το 1997 διαμορφώθηκε σε 22,01% το 2000, μετά τη μεγάλη άνοδο που σημείωσε το 1999, φθάνοντας κοντά στο 30%. Σε κάθε περίπτωση, η αποδοτικότητα των μέσων ιδίων κεφαλαίων των ελληνικών εμπορικών τραπεζών είναι ανάμεσα στις πρώτες στην Ευρωπαϊκή Ένωση.2
Επισημαίνεται ότι η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών, κατά τα τελευταία χρόνια, δεν συνάδει με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα και τις αντίστοιχες επιδόσεις των τραπεζών στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Πράγματι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία, το καθαρό εισόδημα από τόκους και άλλες δραστηριότητες, ως ποσοστό του συνολικού ενεργητικού, είναι υψηλότερο στην Ελλάδα (3,68) σε σχέση με όλες σχεδόν τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες (Ολλανδία 2,5 – Γαλλία 2,1 – Γερμανία 1,8 – Πορτογαλία 2,7 κ.λπ.). Η σχέση, μάλιστα, αυτή και η απόσταση των ελληνικών τραπεζών από τις τράπεζες των άλλων χωρών έχει διευρυνθεί στην περίοδο 2004-2006.3
Η απομύζηση του πλούτου που παράγεται στην Ελλάδα από τις τράπεζες, όπως φαίνεται από τα στοιχεία που παρατίθενται στη συνέχεια, ξεπερνάει κάθε όριο και προέρχεται από τους πλέον αδύναμους οικονομικά. Μόνο από τα υψηλότερα επιτόκια, σε σχέση με τον μέσο όρο της ζώνης του Ευρώ, υπολογίζεται ότι κερδίζουν 2 δις το χρόνο. Ενώ τα δάνεια χρηματοδοτούνται από τους καταθέτες που έφθασε να λαμβάνουν αρνητικά σε σχέση με το πληθωρισμό επιτόκια, εργαζόμενοι και μικρές επιχειρήσεις αποτελούσαν τη βάση απομύζησης υπερκερδών από τις τράπεζες.4 Ταυτόχρονα, η πιστωτική πολιτική προς το μεγάλο κεφάλαιο συνεχίζει να είναι απλόχερη και χαμηλότοκη. Από κοινού ξεζουμίζουν την πλειοψηφία της κοινωνίας και με αυτόν τον τρόπο. Την ίδια ώρα που οι άνεργοι, με την τελευταία έγκυρη πιστωτική κάρτα που τους απέμεινε, αγοράζουν φακές, λάδι και απορρυπαντικό από το σούπερ μάρκετ με 18,5%-20% επιτόκιο, οι μεγάλες επιχειρήσεις δανείζονταν με επιτόκια της τάξης του 4% ή του 5%.
Θα αναφέρουμε μόνο δύο γεγονότα για να καταδείξουμε γιατί είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι. Το ότι οι τράπεζες είναι χρεωκοπημένες ενώ οι μέτοχοι τους πάμπλουτοι (όπως και οι μεγαλύτεροι πελάτες τους) απλώς προβάλει με τον πιο καθαρό τρόπο ότι στην καπιταλιστική κρίση κάποιοι κερδίζουν και κάποιοι χάνουν. Ξέφρενη κερδοσκοπία, ξεκίνησε την περίοδο λίγο πριν από την υιοθέτηση του ευρώ, καθώς οι μεγάλες τράπεζες, ελληνικές και ξένες, μπορούσαν να αγοράσουν ομόλογα στη φτηνή δραχμή, γνωρίζοντας πως θα πληρωθούν στο ακριβό και σκληρό ευρώ. Από τη στιγμή που η Ελλάδα αποφάσισε την ένταξη της στην Ευρωζώνη και της δόθηκε το πράσινο φως γι’ αυτό, μέχρι και τη στιγμή που η χώρα πράγματι υιοθέτησε το ευρώ, πέρασαν περισσότερα από πέντε χρόνια. Όλο αυτό το διάστημα, η δανειοδότηση της χώρας γινόταν, υποτίθεται, λόγω της επισφαλούς δραχμούλας (που μπορούσε και να υποτιμηθεί και να απαξιώσει ένα μέρος του χρέους), με υψηλότερα επιτόκια από ότι οι οικονομικές εξελίξεις προδιέγραφαν. Έτσι, οι μεγάλες ευρωπαϊκές και ελληνικές τράπεζες είχαν την ευκαιρία για την κερδοσκοπική επένδυση της ζωής τους: να αγοράσουν ομόλογα σε δραχμή με πολύ υψηλά επιτόκια και να πληρωθούν σε ευρώ, γεγονός που φούσκωσε το χρέος ακόμη περισσότερο. Ταυτόχρονα η ίδια η αρχιτεκτονική του ευρώ μπούκωνε τις τράπεζες με τζάμπα χρήμα. Κέρδη από το πουθενά! Η ΕΚΤ απαγορεύεται να δανείζει τα κράτη μέλη και αυτό μπορούν να το κάνουν μόνο οι τράπεζες. Έτσι τα δημοσιονομικά ελλείμματα καλυπτόταν από ομόλογα του δημοσίου με επιτόκια υψηλά τα οποία αγόραζαν οι τράπεζες που τα έβαζαν ενέχυρο και δανείζονταν από την ΕΚΤ με 0,5 – 0,75% για να αγοράσουν ξανά ομόλογα! Όσο δανειζόταν το δημόσιο τόσο κέρδιζαν οι τράπεζες! Όσο μεγαλύτερο το χρέος τόσο μεγαλύτερα τα κέρδη των μετόχων (και των μεγάλων «πελατών» τους με τα θαλασσοδάνεια). Δεύτερο και εξίσου μεγάλο σκάνδαλο είναι ένας ολόκληρος λαός να υποφέρει για να χρηματοδοτεί μέχρι τώρα τις τράπεζες με εγγυήσεις και ρευστό ύψους 211,5 δις5 (που δεν έφθασε και απαιτούνται άλλα 10-25 δις!) και αυτές να παραμένουν στα χέρια των ιδιοκτητών που τις λεηλάτησαν. Και ενώ μετά από καραμπινάτα σκάνδαλα θα έπρεπε να είναι φυλακή ηγούνται τραπεζικών ομίλων.6
Φανατικά λοιπόν το τραπεζικό κεφάλαιο με την ΕΕ και το ΕΥΡΩ. Σε αυτούς έχουν εναποθέσει τη σωτηρία τους. Έστω και εξαγορασμένοι κοψοχρονιάς. Οι «αλήτες», οι φτωχοί και καταφρονεμένοι μόνο μην τις βάλουν χέρι. Οργανώνουν, χρηματοδοτούν (βλέπε δάνεια και διαφημίσεις σε ΜΜΕ) την «αντίσταση» και επίθεση τους. Στοιχίζουν το σύνολο της αστικής τάξης πίσω τους. Δεν έρχονται οι υπόλοιποι με το ζόρι. Έχουν πολλοί από αυτούς συμφέροντα που εξυπηρετούνται από την ΕΕ και ευρώ…
2) Το κατασκευαστικό κεφάλαιο. Η μεγάλη αύξηση των επενδύσεων μηχανολογικού εξοπλισμού συμπίπτει, στην αρχή, με τις προσπάθειες εκσυγχρονισμού και επέκτασης της μεταποίησης, της βιομηχανίας συνολικά, τη δεκαετία του 1980, και σαν μέρος των προετοιμασιών, ενόψει της ολοκλήρωσης της ενιαίας αγοράς της ΕΕ. Η διαδικασία προσαρμογής στην τελευταία συμπίπτει και με τις εξελίξεις στην ανατολική και, ιδιαίτερα, στην νοτιανατολική Ευρώπη, που δημιούργησαν σημαντικές ευκαιρίες επέκτασης του ελληνικού κεφαλαίου. Επίσης, τη δεκαετία του 1990, θεσπίσθηκαν επενδυτικά κίνητρα, μέσω των αναπτυξιακών νόμων, και βελτιώθηκε σταδιακά η οικονομική υποδομή, ιδιαιτέρως μετά την πλήρη απελευθέρωση της διασυνοριακής κινήσεως των κεφαλαίων και την ταχεία ανάπτυξη του χρηματοοικονομικού συστήματος της χώρας.7
Η μεγάλη πτώση που παρουσιάζεται στις επενδύσεις μηχανολογικού υλικού, γύρω στο 2000, εκτός από την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των μεγεθών, που μπορεί να δικαιολογεί ένα μέρος των διαφορών, δεν μπορεί να τις καλύψει όλες. Είναι φανερή μια στροφή των επενδύσεων στη «σιγουριά» των ακινήτων και των μεγάλων δημόσιων ή «συγχρηματοδοτούμενων» έργων από τον αβέβαιο κόσμο των, εκτός αλλά και εντός, συνόρων ανταγωνισμού της παραγωγής προϊόντων. Στην πραγματικότητα, η «παραίτηση» αυτή αντανακλά τη, με βίαιο τρόπο, προσαρμογή στα νέα δεδομένα, με την έλευση του ευρώ και την πλήρη απαξίωση των προσδοκιών για επιβίωση και ανάπτυξη, ακόμη και για παραδοσιακούς τομείς της ελληνικής οικονομίας. Η απώλεια του όπλου της συναλλαγματικής ισοτιμίας, η απώλεια της τελευταίας γραμμής άμυνας θα γίνει άμεσα αντιληπτή από τους διορατικούς επιχειρηματίες, ώστε να προετοιμάσουν τη στροφή τους σε άλλες δραστηριότητες (που φαίνεται ξεκάθαρα και από τη στροφή των επενδύσεων) ή επώδυνα αντιληπτή από αυτούς που είχαν αυταπάτες με την κατάρρευση των εταιρειών τους. Η παραπάνω εξήγηση αποκαλύπτει μόνο τη μία πλευρά του φαινομένου. Η άλλη είναι ότι το ευρώ έφερε σαν προίκα του και τα χαμηλά επιτόκια που επιτρέπουν, ή καλύτερα θα λέγαμε σπρώχνουν, σε επενδύσεις μακροπρόθεσμης απόδοσης. Ταυτόχρονα, επέτρεψαν σε πολλούς εργαζόμενους να δανειστούν για να φτιάξουν ή να αγοράσουν την κατοικία τους, με αποτέλεσμα τη διόγκωση του τομέα των κατοικιών και φυσικά του κύκλου εργασιών των τραπεζών.
Στα χρόνια της κρίσης καταρρέει ο συγκεκριμένος τομέας συμπαρασύροντας ένα ολόκληρο πλήθος παραγωγικών μονάδων που τον υποστηρίζει με υλικά και προϊόντα (στη μεγάλη τους πλειοψηφία ελληνικής προέλευσης) και που είχε συμπαρασύρει στην άνοδο.
3) Η βιομηχανία – μεταποίηση. Το κεφάλαιο εδώ τάχθηκε ανεπιφύλακτα με την ένταξη στην ΕΟΚ γιατί ήταν μεγάλα τα οικονομικά οφέλη που θα είχε από τη λεηλασία όλων των πόρων των διαρθρωτικών ταμείων, που στο όνομα της χώρας θα καρπωνόταν, και για να γεμίσει, ως συνήθως, τις κασέλες της αλλά και να ανασυγκροτήσει τις παραγωγικές της δραστηριότητες, ώστε να ανταποκριθούν σε ένα πιο διεθνοποιημένο περιβάλλον. Θεωρούσε ότι μπορούσε να παίξει ένα κρίσιμο ρόλο στην περιοχή, εκπροσωπώντας και την ΕΟΚ, πλέον. Ο μηχανολογικός και βιομηχανικός εξοπλισμός των επενδύσεων ανανέωσης των παραγωγικών μονάδων αποτελούσε και μέσο σύναψης ευρύτερων συμφωνιών και αλληλεξάρτησης με το ξένο κεφάλαιο, αλλά και πηγή πρόσθετων εσόδων και για τους μεν και για τους δε, με τη χρήση των αντίστοιχων λόμπυ στις εοκικές υπηρεσίες. Εδώ, θα πρέπει να τονίσουμε την έμμεση λεηλασία των εοκικών και εθνικών πόρων που κατευθύνθηκαν στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και στους μικρομεσαίους αγρότες, αφού ήλεγχε μόνη της ή σε συνεργασία με τους ξένους συνεταίρους της όλες τις πάγιες επενδύσεις τους.
Τη χρονική περίοδο μετά το 1990, συμβαίνουν κατακλυσμιαίες μεταβολές. Ανατροπή του γεωπολιτικού οικονομικού και κοινωνικού περιβάλλοντος στην περιοχή, ολοκλήρωση της ενιαίας εσωτερικής αγοράς της ΕΕ, εισαγωγή της χώρας στην επικράτεια του ευρώ, διεθνή οικονομική κρίση το 2008 και, τέλος, βαθιά δημοσιονομική, οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση στη χώρα. Όλες οι αλλαγές χάραξαν βαθιά τα σημάδια τους στο σώμα της ελληνικής μεταποίησης, της βιομηχανίας, της οικονομίας γενικότερα. Η ολοκλήρωση της ενιαίας εσωτερικής αγοράς και οι δυνατότητες επέκτασης των ελληνικών επιχειρήσεων στο «ξέφραγο αμπέλι» της νοτιοανατολικής Ευρώπης, που μεταβλήθηκε σε Ελντοράντο εκμετάλλευσης της εκάστοτε ντόπιας εργατικής δύναμης και των εγχώριων παραγωγικών δυνατοτήτων τύπου άγριας δύσης, δημιούργησαν το πλέγμα των διεθνών οικονομικών δεδομένων διαμόρφωσης της ελληνικής μεταποίησης. Από τη μια μεριά, μεγάλη πίεση σε όλες τις παραγωγικές δραστηριότητες εντάσεως εργασίας, κυρίως μέσω του ελεύθερου ανταγωνισμού από τις χώρες χαμηλού κόστους και από τη συνεχή ανατίμηση του ευρώ8 και, από την άλλη, οι ευκαιρίες της διπλανής πόρτας για τη διατήρηση παραγωγικών δραστηριοτήτων, που μέχρι τώρα ήταν κερδοφόρες στη χώρα και που, τώρα, έπρεπε ή να μεταφερθούν ή να σταματήσουν.
Από μελέτη της ΓΣΕΕ: «Προκύπτει από την ανάλυση που εκτίθεται στην εργασία αυτή, ότι στη διάρκεια των ετών 1995-2008, το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας, συγκρινόμενο με το αντίστοιχο μέγεθος στις 35 βιομηχανικές χώρες, σε εθνικά νομίσματα, παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο. Αυτό σημαίνει ότι σχεδόν ολόκληρη η αύξηση του σταθμισμένου μοναδιαίου κόστους εργασίας σε δολάρια (περίπου 20%) οφείλεται στις μεταβολές της ονομαστικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας (NEER), δηλαδή στην ανατίμηση του ευρώ, και σε αλλαγές στη γεωγραφική σύνθεση του εξωτερικού εμπορίου της Ελλάδας.
Συμπερασματικά, από την ανάλυση της ανταγωνιστικότητας τιμής σε τρεις συνιστώσες, προκύπτει ότι τόσο οι μεταβολές στο μέσο περιθώριο κέρδους όσο και οι μεταβολές του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος δεν επηρέασαν σημαντικά στην ανταγωνιστικότητα τιμής, κατά την περίοδο 1995-2009, αφού αθροιστικά μεταβλήθηκαν με ρυθμούς ανάλογους προς τους αντίστοιχους στις 35 κυριότερες ανταγωνίστριες χώρες. Η επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας τιμής των ελληνικών προϊόντων, στη διάρκεια της τελευταίας δεκαπενταετίας, οφείλεται στην ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ. Η ανατίμηση του ευρωπαϊκού νομίσματος κατέστησε τα ελληνικά προϊόντα (αγαθά και υπηρεσίες) ακριβότερα και υπέσκαψε την ανταγωνιστικότητά τους.» (υπογράμμιση δική μας)9
Χρήσιμη είναι και η εκ των υστέρων διαπίστωση τραπεζιτών ότι η Ελλάδα εισήλθε στην ΟΝΕ με μία ισοτιμία μετατροπής, η οποία εκτιμάται ότι δεν ευνοούσε την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών εξαγωγών, λαμβάνοντας υπόψη τις σοβαρές διαρθρωτικές αδυναμίες της παραγωγικής δομής.10
Ανακεφαλαιώνοντας για την ελληνική βιομηχανία θα λέγαμε ότι η ΕΕ και το ευρώ αντί να αποτελέσουν εφαλτήρια για την κατάκτηση θέσεων της ενιαίας αγοράς αποτέλεσαν τους νεκροθάφτες της, εκτός εξαιρέσεων, επιχειρήσεων με ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα στην εσωτερική ή εξωτερική αγορά. Οι φωνές των βιομηχάνων που έσκουζαν και σκούζουν για ένα νέο πλαίσιο πληθαίνουν.
Συμβολισμός πρώτου μεγέθους για την κατάσταση που περιήλθε η ελληνική βιομηχανία είναι η εκπροσώπηση του ΣΕΒ από έναν άεργο πρώην βιομήχανο. Εκπροσώπηση που επαναβεβαιώθηκε στις 31-5-2012, στην γενική συνέλευση του ΣΕΒ. Χαρακτηριστικές είναι κάποιες από τις επισημάνσεις στην ομιλία του στη συνέλευση: «…Εμείς, στον χώρο της ιδιωτικής οικονομίας, βιώνουμε την καταστροφή του παραγωγικού ιστού της χώρας, επειδή χρεοκόπησε ο δημόσιος τομέας… Η κρίση που σάρωσε το παλιό μάς επιστρατεύει: μια νέα επιχειρηματική τάξη καλείται σήμερα να χειραφετηθεί, ν’ αναλάβει τα ηνία του αναπτυξιακού μας μέλλοντος και να εγγυηθεί την ευρωπαϊκή προοπτική του τόπου… Έχει ξεπεραστεί πλέον το δίλημμα μέσα ή έξω απ’ την Ευρώπη. Μόνο κάποιες μικρές, περιχαρακωμένες μειοψηφίες αρνούνται το ευρωπαϊκό κεκτημένο, το οποίο ουδείς υπεύθυνος φορέας διανοείται να στερήσει από τον ελληνικό λαό.» Το βάθεμα της κρίσης και η διάψευση των ελπίδων τροφοδοτεί αλλαγή ηγεσίας αλλά και προτάσεων. Σε πρόσφατη διακήρυξη των εκπροσώπων των βιομηχάνων (ΣΕΒ και περιφερειακές ενώσεις) γίνονται 25 σχετικές προτάσεις που ελπίζουν να αποτελέσουν το εθνικό σχέδιο διεξόδου από την κρίση. Τονίζουν: "Η βιομηχανική πολιτική  αποτελεί εθνική ανάγκη για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, την οικονομική ανάπτυξη και την ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, την αναγέννηση της παραγωγικής βάσης της χώρας, την πραγματοποίηση επενδύσεων, τη στήριξη και ενίσχυση της απασχόλησης.
Στην Ελλάδα, η έξοδος από την κρίση εξαρτάται και από την ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να οργανώσει την αναγκαία επενδυτική κινητοποίηση στη βιομηχανία, με στόχο την επανάκτηση του χαμένου μεριδίου συμμετοχής της μεταποίησης στο ΑΕΠ…
…Η ανάγκη σχεδιασμού ουσιαστικής και αποτελεσματικής βιομηχανικής πολιτικής στην Ελλάδα συνδέεται με την ανάγκη αλλαγής του αναπτυξιακού προτύπου..." Δεν αμφισβητείται το πλαίσιο ΕΕ και Ευρώ αλλά σιωπηλά προκρίνεται η ανάγκη υπέρβασης των περιοριστικών πολιτικών τους στο πλαίσιο της ενίσχυσης, πριμοδότησης κατά προτεραιότητα, και άλλες ανάλογες πρακτικές. Οι βιομήχανοι που τροφοδοτούν κυρίως την εσωτερική αγορά αδιαφορούν για το ευρώ, θέλουν μεγάλη αγοραστική ικανότητα από τους εργαζόμενους (των άλλων επιχειρήσεων όχι των δικών τους!) και καταλαβαίνουν που οδηγούν οι περιοριστικές πολιτικές. Το ίδιο και αυτοί που θέλουν να βελτιώσουν τις εξαγωγικές τους δυνατότητες. Ισχυρές είναι πλέον οι αντιδράσεις τους σε σχέση με το ευρώ ως μονόδρομο. Αν και δεν εκδηλώνονται ανοικτά είναι χαρακτηριστικές οι τοποθετήσεις σαν του κ. Γιαννακόπουλου: Υπέρ του «όχι» στο δημοψήφισμα της Κυριακής τάχθηκε το απόγευμα της Τετάρτης ο κ. Δημήτρης Γιαννακόπουλος αντιπρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Βιανέξ από το βήμα την εκδήλωση της Stat Bank Diamonds of the Greek Economy… Από τη σκοπιά της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας, είμαστε ίσως ο κλάδος που έχουμε υποστεί τη σφοδρότερη επίθεση από τους δανειστές και τα συμφέροντα που εξυπηρετούν… Ο κ. Δ. Γιαννακόπουλος χειροκροτήθηκε από μικρή μερίδα των παρευρισκομένων επιχειρηματιών ενώ υπήρξαν αρκετοί που τον αποδοκίμασαν και κάποιοι οι οποίοι αποχώρησαν.
Για τους βιομήχανους μόνο αυτοί που έχουν πολύ μεγάλο κόστος εισαγωγής πρώτων υλών και μηχανολογικού εξοπλισμού φαίνεται να εξυπηρετεί εν μέρει η παραμονή στο ευρώ.
3.Το εμπορικό κεφάλαιο:
Το εμπορικό κεφάλαιο το συνδεδεμένο με εισαγωγές και ξένους παραγωγούς ευνοήθηκε από την αυξημένη ισοτιμία δραχμής-ευρώ και από την πιστωτική επέκταση που έδωσε δυνατότητα στα λαϊκά στρώματα να καταναλώνουν με δανεικά. Ειδικά οι εισαγωγείς διαρκών καταναλωτικών αγαθών όπως τα αυτοκίνητα είχαν στήσει τρελό πανηγύρι κερδών και δοξολογίας του ευρώ και της άρσης κάθε περιορισμού. Δεν είναι τυχαίο που πολλοί έλληνες παραγωγοί μεταπήδησαν από την βιομηχανία στην εμπορία και τις εισαγωγές των πρώην ανταγωνιστών τους. Τα παραδείγματα είναι πολλά από την είσοδο στην ΕΕ, το ευρώ και μετά. Το παράδειγμα της Ελ Γκρέκο που πουλήθηκε για να γίνει ο ιδιοκτήτης της μίστερ Jumpo «που εν ολίγοις καταφέρνει απτόητος να πλουτίζει εν μέσω κρίσης, αν όχι οικονομικής κατάρρευσης της χώρας»11 είναι χαρακτηριστικό. Αλλά τα σύννεφα πέφτουν βαριά ακόμη και στους σουπερμαρκετάδες που βασίζονται στη λαϊκή κατανάλωση. Ο κολοσσός Lidl με τις ιδιαίτερες δυνατότητες που του δίνουν οι διεθνείς προμηθευτές του έρχεται να πιέσει σημαντικά τα όνειρα των ντόπιων θιασωτών του πουλάμε ότι να είναι αρκεί να βγάζουμε υπερκέρδη.
4. Οι αγρότες:
Χαρακτηριστικό των δυσμενών αποτελεσμάτων σε βάρος της κοινωνικής πλειοψηφίας της επιλογής των μονοπωλίων και της μεγάλης αστικής τάξης για την ένταξη, είναι το ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων. Ένα τομέα όπου η χώρα είχε συγκριτικά πλεονεκτήματα και ήταν ταυτόχρονα δείκτης ξεπεράσματος της μεγάλης καθυστέρησής της η επιτυχία της διατροφικής της επάρκειας που επετεύχθη.
Το εμπορικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων με την ΕΟΚ και τον υπόλοιπο κόσμο ήταν πλεονασματικό (θετικό), έως το 1980, αλλά με σοβαρά ελλείμματα σε κατηγορίες βασικών ειδών διατροφής, όπως τα γαλακτοκομικά, το κρέας και τα δημητριακά.
Τα ΜΟΠ καθώς και τα διάφορα πακέτα Ντελόρ από την αρχή της εισόδου στην ΕΕ, με την κοινή αγροτική πολιτική οδήγησαν στον μαρασμό και την περιθωριοποίηση – συμπληρωματικότητα της αγροτικής παραγωγής και την απόλυτη καταστροφή της μικρομεσαίας αγροτιάς. Βάθυνε η καπιταλιστικοποίηση της αγροτικής παραγωγής, η συγκέντρωση της γης σε λιγότερα χέρια αλλά κυρίως η συγκέντρωση της παραγωγής. Αν και το μέγεθος απασχόλησης παρουσιάζεται ακόμη στα επίπεδα του 13,6%12 (το σύνολο της γεωργίας, κτηνοτροφίας, αλιείας) ενώ όλοι ξέρουν ότι για φορολογικούς λόγους και λόγους επιδοτήσεων παρουσιάζονται πολλαπλάσιοι αγρότες από τους πραγματικούς. Αν αποσυνδεθούν οι επιδοτήσεις από τα άτομα και πάνε στη γη τότε θα φανεί ένα πολύ μεγάλο μέρος της καταστροφής. Αυτοί που έχουν απομείνει και συγκεντρώσει μεγάλο μέρος της γης στα χέρια τους ξέρουν μόνο την επιδοτούμενη από ΕΕ γεωργία, αδυνατούν να προσεγγίσουν άλλου τύπου αγροτικών επενδύσεων εθνικού τύπου (και για το γεγονός ότι δεν τις γνώρισαν ποτέ πολλοί από αυτούς) και διασφάλισης της ελάχιστης τιμής παραγωγού. Πολλές φορές οι εναπομείναντες ήταν αυτοί που σε αγαστή συνεργασία με μηχανισμούς και κρατικές υπηρεσίες λεηλατούσαν το μεγαλύτερο μερίδιο των επιδοτήσεων και ενισχύσεων για να δώσουν ταυτόχρονα ένα μεγάλο μερίδιο σε προμηθευτές και τράπεζες. Τα ίδια ισχύουν και στο σύνολο της ΕΕ. Για παράδειγμα, πως είναι δυνατόν το 80% των επιδοτήσεων να πηγαίνουν στο 25% των αγροτών της ΕΕ, αυτών δηλαδή που έχουν μεγάλες ιδιοκτησίες;
Τα οικονομικά δεσμά της Ε.Ε. και των τραπεζών, οποιασδήποτε μορφής, στην πραγματικότητα αλυσοδένουν την πρωτογενή ανάπτυξη και παραγωγή. Από τον πυλώνα 2, για παράδειγμα, χρηματοδοτούνται τα σχέδια βελτίωσης των παραγωγών. Για την απαιτούμενη δανειοδότησή του από την τράπεζα για μια επένδυση ( σχέδιο βελτίωσης μικρό ή μεγάλο ) ο αγρότης θα πρέπει υποχρεωτικά να δανειστεί μόνο από την Τράπεζα Πειραιώς, την … δικιά του τράπεζα, με επιτόκιο σχεδόν 8% επιδοτούμενο βέβαια κατά σχεδόν 50%, με … δικά του χρήματα, του … πυλώνα 2 ! Την στιγμή που τράπεζες της Ευρώπης δανείζουν για επενδύσεις στην γεωργία με επιτόκιο μόλις 1%. Δεν είναι δε τυχαίο το γεγονός ότι σε χώρες όπου πραγματικά σχεδιάζεται ανάπτυξη, οι κυβερνήσεις ανάμεσα στα πρώτα μέτρα που παίρνουν είναι η χορήγηση άτοκων αγροτικών δανείων από την Κεντρική Τράπεζα και όχι η … ίδρυση «Ταμείων Αγροτικής Επιχειρηματικότητας» (Τ.Α.Ε.) που αποσκοπούν στην κερδοσκοπία των τραπεζών, των μεγαλοεπενδυτών και των λακέδων πολιτικών. Πρόκειται βέβαια για μια Ευρώπη των τραπεζών που έβαλαν βαθειά το χέρι τους και στις αγροτικές επιδοτήσεις των 370 δις ευρώ, λεηλατώντας ένα αποτυχημένο μοντέλο που κατέληξε να βαπτίζει γεωργούς, τα νομικά πρόσωπα και την εκτατική γεωργία, γεωργική ανάπτυξη, με το 50% της παραγωγικής γης σε καθεστώς αγρανάπαυσης !!! Την Ευρώπη της απόκλισης και της ανισότητας.13
5. Το εφοπλιστικό κεφάλαιο:
Μία νέα συμφωνία μεταξύ Ελλάδας, Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, μπορεί να επαναφέρει την Ελλάδα στην οδό της ανάπτυξης και να επιλύσει τη χρηματοπιστωτική ασφυξία, αναφέρει στην ετήσια έκθεσή τους η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών για το 2014-2015 Υπογραμμίζεται ότι παρά την παγκόσμια ύφεση, το 2014 ο ελληνόκτητος στόλος αυξήθηκε σε χωρητικότητα (dwt) και ελάχιστα μειώθηκε σε αριθμό πλοίων. Σύμφωνα με στοιχεία της Ε.Ε.Ε. το ελληνικό νηολόγιο αριθμούσε 798 πλοία (χωρητικότητας άνω των 1.000 gt) που ισοδυναμούσαν με 42.237.574 gt1.
Η ελληνόκτητη ναυτιλία παρέμεινε στην πρώτη θέση διεθνώς. Ειδικότερα, ο ελληνόκτητος στόλος αριθμούσε 3.885 πλοία (άνω των 1.000 gt) με 284,77 εκατομμύρια dwt, αντιπροσωπεύοντας το 17% της παγκόσμιας χωρητικότητας σε dwt2. Η ελληνική σημαία κατέχει την έβδομη θέση στη διεθνή κατάταξη (σε dwt) και τη δεύτερη στην ΕΕ (σε gt).
Ο ελληνόκτητος στόλος υπό σημαίες κρατών μελών της ΕΕ αντιπροσωπεύει το 46,48% της κοινοτικής χωρητικότητας (σε dwt). Επιπροσθέτως, οι Έλληνες πλοιοκτήτες ελέγχουν το 26,49% του παγκόσμιου στόλου δεξαμενοπλοίων (αργού πετρελαίου), το 18,82% του παγκόσμιου στόλου φορτηγών μεταφοράς φορτίων χύδην σε χωρητικότητα dwt και το 14,28% του παγκόσμιου στόλου πλοίων μεταφοράς χημικών παραγώγων πετρελαίου σε χωρητικότητα dwt (εξαιρουμένων των υπό ναυπήγηση πλοίων)
Στο τέλος Δεκεμβρίου 2014 , οι παραγγελίες νεότευκτων πλοίων ελληνικών συμφερόντων ανήλθαν σε 377 πλοία (άνω των 1.000 gt) συνολικής χωρητικότητας 37,38 εκ. dwt.
Οι εφοπλιστές παραδοσιακοί υποστηρικτές της συμμετοχής στην ΕΕ και το ευρώ το κάνουν από συγκεκριμένη ιδιοτέλεια. Ενώ η παγκόσμια σφαίρα δράσης τους εξασφαλίζει τις πληρωμές τους σε συνάλλαγμα, κυρίως δολάρια αλλά και ευρώ και ότι βρούμε τελικά, γεγονός που θα τους επέτρεπε να εξαγοράσουν με κέρδος μεγάλες αξίες σε μια μελλοντική υποτίμηση αυτό που καθορίζει τη στάση τους είναι κυρίως οι πολιτικοί λόγοι. Η αναγκαιότητα να έχουν βάση υποστήριξης κρατική και κυρίως υπερεθνική που να μπορεί να επιβάλει λύσεις προς το συμφέρον τους σε παγκόσμιο επίπεδο. Το παράδειγμα της εξαίρεσης τους παλιότερα από την παγκόσμια συμφωνία του εμπορίου είναι χαρακτηριστικό. Έτσι ασύδοτοι14 - την ίδια ώρα που η Κίνα φορολογεί με 25% τα κέρδη των δικών της εφοπλιστών - και με την κυβέρνηση Τσίπρα δεν φοβούνται από τους λεονταρισμούς, στάχτη στα μάτια του λαού αλλά και πιθανά συμφέροντα δικών τους εφοπλιστών, των πιστωτών για φορολογία τους με βάση τη νέα συμφωνία.
6. Τουριστικό και ξενοδοχειακό κεφάλαιο:
Η Ελληνική Κυβέρνηση προσπαθεί με κάθε διαθέσιμο διαπραγματευτικό εργαλείο να εξασφαλίσει το καλύτερο δυνατό αύριο για όλους εμάς. Είναι λοιπόν καθήκον όλων των κοινωνικών εταίρων αυτή τη στιγμή να υποστηρίξουμε την Κυβέρνηση… Πρέπει να ολοκληρωθούν οι διαγωνισμοί για τη διαχείριση των αεροδρομίων, των λιμανιών, των τουριστικών λιμένων, όπου με τις ανταγωνιστικές τιμολογήσεις τους (οι οποίες πρέπει να είναι μέρος της διαπραγμάτευσης, πέρα από το τίμημα), θα επιτύχουμε την πολυπόθητη αποτελεσματικότητα, την προσέλκυση αεροπορικών και ακτοπλοϊκών συνδέσεων και την αύξηση του θαλάσσιου τουρισμού.
Πρέπει να ξεπεράσουμε τα προβλήματα της έκδοσης visa Schengen. Όσον αφορά στην αύξηση του ΦΠΑ, έχουμε δηλώσει σε όλους τους τόνους ότι είμαστε σύμφωνοι με μια αύξηση του τουριστικού πακέτου ως τα ανώτερα όρια του Μ.Ο. των ανταγωνιστών μας. Μόνο έτσι δεν θα δημιουργηθεί ανεπανόρθωτη βλάβη στην ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος.15
Όσον αφορά στο μείζον ζήτημα του εξορθολογισμού των συντελεστών ΦΠΑ, δηλώνουμε ότι η οποιαδήποτε αλλαγή θα πρέπει να κυμαίνεται στα επίπεδα των ανταγωνιστών μας, δηλαδή από 8% – 10%. Υπενθυμίζουμε ότι και άλλες χώρες διατηρούν ευνοϊκό καθεστώς σε ευαίσθητες νησιωτικές περιοχές όπως τα Κανάρια Νησιά με ο%, η Κορσική με 2%, κλπ.16
Και ύστερα έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι τους με το ΦΠΑ στο 13- 23%. Και ας ήταν καλά παιδιά. Και ας υποστήριζαν με θέρμη κάθε επιλογή των κυβερνώντων. Οι ξεφωνημένοι εκπρόσωποι τους το χαβά τους: Ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ Ανδρέας Ανδρεάδης έσπευσε να χαιρετίσει τη συμφωνία μέσω twitter, γράφοντας: “Λευκός καπνός! Από σήμερα jump start της ζήτησης του ελληνικού τουρισμού με συνεργασία όλων”.17 Γι αυτούς τα άμεσα ή μεσοπρόθεσμα συμφέροντα τους μπορεί να περιμένουν σε σχέση με το κύριο: «Με όλα τα εσωτερικά μας προβλήματα, με όλες τις αντιπαραθέσεις και τους προβληματισμούς, μετά από πέντε χρόνια κρίσης, αβεβαιότητας και ανασφάλειας, η ελληνική κοινωνία παραμένει ένα καζάνι που βράζει. Το καζάνι όμως δεν πρέπει να το αφήσουμε να σκάσει.» 18
Τα αντιτιθέμενα συμφέροντα, η γκρίνια αλλά και οι διαφορετικές στρατηγικές που έχουν σαν βάση διαφορετικές δυνατότητες δεν κρύβονται. Ο τουρισμός εξάγει υπηρεσίες και προϊόντα. Η μείωση της ανταγωνιστικότητας του στο παρελθόν έχει να κάνει με την ανατιμημένη σχέση δραχμής ευρώ που έκανε τη χώρα ακριβή ως προορισμό. Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουρισμού σε σχέση με τους ξένους ανταγωνιστές που προέκυψε από τη ραγδαία μείωση του εργατικού κόστους, που στον τουριστικό τομέα -λόγο της μεγάλης ανεργίας που υπάρχει στη χώρα- έχει δημιουργήσει συνθήκες γαλέρας για τους εργαζόμενους, προσφέρει ακόμη περιθώρια απορρόφησης της αύξησης του ΦΠΑ, αλλά, το καζάνι βράζει… Μπορεί οι διακοπές να είναι πλέον απαγορευμένες για τους Έλληνες εργαζόμενους αλλά τους εκπροσώπους των μεγάλων τουριστικών επιχειρήσεων δεν τους νοιάζει. Προς το παρόν βέβαια. Γιατί το καζάνι βράζει, και το καζάνι των εργαζόμενων τους, και το καζάνι των εργαζόμενων της χώρας.

Τέλος θα πρέπει να αναφέρουμε τα συνδεδεμένα με χίλια δυο νήματα με τις Βρυξέλες μεσοστρωμάτων, επαγγελματιών, παλιών και νέων υπαλληλικών στρωμάτων που από τις ρεμούλες, τα διάφορα προγράμματα, τις διάφορες επιδοτήσεις και επιχορηγήσεις της ΕΕ, παρηγοριά στον άρρωστο μέχρι να βγει η ψυχή της ελληνικής οικονομίας, είχαν πάντα το «διάφορο» τους, έπαιρναν το μερτικό τους. Μερτικό που μεγάλωνε ποσοστιαία αντιστρόφως ανάλογα με το μέγεθος του «εξυπηρετούμενου». Μια ολόκληρη βιομηχανία εκμαυλισμού σε όλα τα επίπεδα, με την απόλυτη γνώση και συγκάλυψη των Βρυξελλών, για να ενσωματώνουν αντιδράσεις και να αλλοιώνουν συνειδήσεις, να συγκαλύπτουν τις κύριες αντιθέσεις, να τροφοδοτούν φρούδες ελπίδες με τα φύκια για μεταξωτές κορδέλες και τα καθρεφτάκια που προσφέρουν χρόνια τώρα στους ιθαγενείς. Δεν πρέπει να ξεχασθεί το πολύ μεγάλο μερίδιο παλιών και νέων μεσοστρωμάτων και μικροαστών από την απόλυτη λεηλασία του λαϊκού εισοδήματος που έγινε με την έλευση του ευρώ. Ο μαϊντανός από 50 δρχ έγινε μισό ευρώ και ο καφές στο καφενείο από 200 δρχ ένα ευρώ.

Συμπερασματικά: Η επιλογή της ΕΟΚ και του Ευρώ από την αστική τάξη έγινε για πολιτικούς λόγους εξασφάλισης από το εργατικό λαϊκό κίνημα και για να κερδίσει από τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, το φθηνό εργατικό κόστος, τις οικονομικές και πολιτικές της σχέσεις με τις χώρες της Μ. Ανατολής και τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες. Στην καπιταλιστική κοινοπραξία που εισήλθε, παρά τα μικρά της κεφάλαια άρα και την αντίστοιχη θέση, ευελπιστούσε να τη βελτιώσει ραγδαία λόγο της ισχυρής προίκας που διέθεσε σε αυτό τον κοινοπρακτικό γάμο, την ισχυρή γεωπολιτική της θέση και τη ναυτιλία. Το πλεονέκτημα αυτό εξαλείφθηκε στην πορεία από τις εξελίξεις στην περιοχή αλλά τροφοδότησε τη νέα μεγάλη ιδέα, της επέκτασης στα Βαλκάνια, της «ισχυρής Ελλάδας».
Η αποδοχή του ευρώ με πλασματική ισοτιμία έδωσε κάποια άμεσα οφέλη που σύντομα εξαλείφθηκαν για να μετατραπούν σε βρόγχο της καπιταλιστικής ανάπτυξης της χώρας μαζί με τα άλλα δεσμά και τις περιοριστικές πολιτικές της ΕΕ. Η ταύτιση της αστικής τάξης και των πολιτικών της εκπροσώπων με την ΕΕ και το ευρώ έφθασε μέχρι το σημείο να μην έχουν εκφράσει ούτε ένα βέτο, ούτε καν μια επιμέρους αντίθεση σε καμιά απόφαση των οργάνων τους. Η κοινότητα των συμφερόντων τους για την από κοινού εκμετάλλευση των εργαζομένων και του ελληνικού λαού υπεράνω των επιμέρους αντιθέσεων.
Κομμάτια της αστικής τάξης που πλήττονται από την υφιστάμενη κατάσταση, παρά τις αντιστάσεις τους, είναι ανίκανα να συμμαχήσουν με τον λαϊκό παράγοντα για μια πορεία αποδέσμευσης πολύ περισσότερο να ηγηθούν μιας τέτοιας πορείας. Τους τρομοκρατεί η ιδέα μιας τέτοιας πορείας γιατί ταυτόχρονα θα πλήξει και δικά τους βασικά στηρίγματα και συμφέροντα.
Η αστική τάξη έχει εξάγει ένα πολύ μεγάλο μέρος των κερδών της προηγούμενης περιόδου. Εξασφαλίζει έτσι ότι δεν θα της επιβληθούν έκτακτες εισφορές για τη «σωτηρία της πατρίδας» είτε με κουρέματα καταθέσεων είτε με άλλους τρόπους. Εξασφαλίζει ταυτόχρονα τις θέσεις της σε οποιαδήποτε μελλοντική κατάσταση αφεθεί ασύδοτη να δράσει.
Η καπιταλιστική κρίση και η κρίση χρέους θα αργήσουν να βρουν λύση αν δεν παρέμβει άμεσα το εργατικό και λαϊκό κίνημα. Η διέξοδος από την κρίση προς όφελος των εργαζομένων και του λαού θα είναι δική τους υπόθεση. Όσοι πολιτικοί φορείς μιλούν στο όνομα τους οφείλουν να συνεργασθούν στην προσπάθεια αποδέσμευσης και εξόδου από ΕΕ και ευρώ. Οφείλουν να συνεργασθούν στα πλαίσια ενός προγράμματος που με ένα συνδυασμό με τους παραπάνω και άλλους κρίσιμους στόχους (κρατικοποίηση τραπεζών, στρατηγικών επιχειρήσεων με εργατικό έλεγχο, μέτρα αναδιανομής του πλούτου κλπ) θα ανατρέψουν το δρόμο των δακρύων που έστρωσε και η κυβέρνηση Τσίπρα και θα επαναφέρουν την ελπίδα, το χαμόγελο, ένα καλύτερο μέλλον για τους εργαζόμενους και τους νέους της χώρας μας.
                                                                                                                                                8-8-2015

1 Αλέξανδρος Καπακτσής ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ εκδόσεις iwrite Θεσσαλονίκη 2012 σελ. 368-369 Το εξωτερικό εμπόριο 1976-1980 Επεξεργασία σχετικών πινάκων ΕΣΥΕ
2 Οικονομικός Ταχυδρόμος Η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών τραπεζών στην Ευρώπη Γκίκας Χαρδούβελης πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου της ΕΕΤ και μετέπειτα υπουργός.
3 Bank Profitability Financial Statements of Banks|, 2004 Edition, OECD
4 Η κερδοφορία των τραπεζών και η απομύζηση του πλούτου από τα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις Δημοσιεύθηκε στην Αυγή Ζώης Πεπές οργανωτικός γραμματέας της ΟΤΟΕ
5 Πηγή: Του Λευτέρη Χαραλαμπόπουλου – «Unfollow» 05/04/2014 Για πόσο θα πληρώνουμε τους τραπεζίτες Σάλλα, Κωστόπουλο, Λάτση;
6 Το πέπλο της σιωπής. Γιάνης Βαρουφάκης
7 Οικονομικό δελτίο τ. 109 Ιούνιος του 1909 Alfa Bank
8 Το λένε με «κομψό τρόπο» για να μη θίξουν τη στρατηγική τους επιλογή αλλά οι επιπτώσεις δε μπορούν να κρυφθούν. π.χ : Η ταχεία ανατίμηση της Πραγματικής Σταθ μισμένης Συναλλαγματικής Ισοτιμίας (ΠΣΣΙ) με βάση το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, λόγω της ταχείας ανόδου του κόστους εργασίας στη χώρα μας σε μία περίοδο μεγάλης ανατιμήσεως του Ευρώ, θέτει εκτός αγοράς όλο και περισσότερες επιχειρήσεις που παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες εντάσεως εργασίας. Οικονομικό δελτίο 109 της Alfa Bank σελ. 35-36
9 Κόστος εργασίας, περιθώρια κέρδους και ανταγωνιστικότητα στην Ελλάδα 1995-2009 Ηλίας Ιωακείμογλου
10 Eurobank Research Η Ανάπτυξη της Ελληνικής Οικονομίας: Πηγές, Προοπτικές και ο Ρόλος των Επενδύσεων και των Εξαγωγών σελ. 6
11 New Post 28 Σεπτεμβρίου 2011 Μr Jumbo, ο μεγιστάνας της κρίσης. Αναστασία Γαλάνη
12 Σχετικό δελτίο για το εργατικό δυναμικό της ΕΛΣΤΑ Ιούνιος του 2015
13 Η αλγεβρική εξίσωση των αγροτικών επιδοτήσεων
Το Βήμα 25/12/2014 Γιώργος Παγουρόπουλος Γεωπόνος και αγρότης
14 Στις 28 Μαΐου του 2015 στο Φύλλο της Κυβέρνησης ( ΦΕΚ 977) δημοσιεύτηκε μια Υπουργική Απόφαση των Υπουργών κ. κ. Σταθάκη και Δρίτσα όπου συνεχίζεται το προκλητικό καθεστώς της πλήρους φοροαπαλλαγής των εφοπλιστών, αφού σύμφωνα με την παρ.13   « οι πλοιοκτήτες ή σε περίπτωση που το πλοίο ανήκει σε ημεδαπή ή αλλοδαπή εταιρεία οποιουδήποτε τύπου, οι μέτοχοι και οι εταίροι αυτής , απαλλάσσονται από κάθε είδους φόρο για το εισόδημα που προέρχεται από τα κέρδη της εκμεταλλεύσεως του πλοίου»!
15 Ομιλία του Προέδρου του ΣΕΤΕ, κ. Ανδρέα Α. Ανδρεάδη στην Ανοικτή Συνεδρίαση της 23ης Τακτικής Γενικής Συνέλευσης του ΣΕΤΕ 28-5-2015
16 Ομόφωνα οι πανελλήνιες κλαδικές ενώσεις – Μέλη ΣΕΤΕ πριν τη συμφωνία
17  Πηγή:www.dimokratiki.gr

18 Όπως το 15